ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΜΠΑΛΤΑΚΟΥ ΚΑΙ Η ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ
Tου Σταύρου Λυγερού
Όλα δείχνουν ότι η ΝΔ θα πάει στις ευρωεκλογές έχοντας πάνω από το κεφάλι της τον πέλεκυ νέων αποκαλύψεων για τις σχέσεις της με τη Χρυσή Αυγή και όχι μόνο. Οι απαντήσεις του Μπαλτάκου στις σχετικές ερωτήσεις του Χατζηνικολάου δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι η υπόθεση θα έχει συνέχεια.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες του Μαξίμου να την κλείσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και πιο ανώδυνα, το μείζονος σημασίας αυτό ζήτημα δεν πρόκειται να εκτοπισθεί από την πρώτη γραμμή της δημοσιότητας.
Η κυβέρνηση, με την αμέριστη βοήθεια των κατεστημένων ΜΜΕ, προβάλει δύο ισχυρισμούς. Ο πρώτος είναι ότι ο Μπαλτάκος δεν ήταν στον πυρήνα της εξουσίας, αλλά ένας νομικός που απλώς έλεγχε τα νομοσχέδια! Και ο πιο άπειρος πολιτικός και κοινοβουλευτικός συντάκτης, όμως, γνωρίζει ότι ο μέχρι πρότινος γενικός γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου δεν ήταν μόνο ένας από τους δύο-τρεις παλαιότερους και στενότερους συνεργάτες του Σαμαρά, αλλά και ότι στην πράξη ασκούσε πολύ ευρύτερες αρμοδιότητες απ’ όσες προβλέπει το συγκεκριμένο αξίωμα.
Ο δεύτερος ισχυρισμός είναι ότι ο Μπαλτάκος έκανε επαφές με τη Χρυσή Αυγή αποκλειστικά με δική του πρωτοβουλία και σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική της κυβέρνησης. Ως εκ τούτου, η μόνη ευθύνη που μπορεί να έχει ο πρωθυπουργός είναι ότι είχε για δεκαετίες δίπλα του λάθος άνθρωπο. Η αλήθεια, όμως, είναι πολύ διαφορετική.
Υπενθυμίζουμε ότι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, η κυβέρνηση και το κατεστημένο μιντιακό σύστημα ανέχονταν τις εμφανείς παράνομες πράξεις και δραστηριότητες της Χρυσής Αυγής. Σχεδόν έκλειναν τα μάτια σ’ αυτά που σήμερα υπερπροβάλουν. Υπενθυμίζουμε ακόμα ότι η Δικαιοσύνη ακολουθούσε τις αργόσυρτες διαδικασίες που στην πράξη ισοδυναμούν με ατιμωρησία. Έβαλε φτερά στα πόδια της μόνο όταν η κυβέρνηση άλλαξε γραμμή.
Τρεις ήταν οι αιτίες της στροφής 180 μοιρών:
• Πρώτον, το σοκ που προκάλεσε στην κοινή γνώμη η δολοφονία του Φύσσα.
• Δεύτερον οι ισχυρές παρασκηνιακές πιέσεις που η κυβέρνηση δεχόταν από το εξωτερικό. Τις έχει επιβεβαιώσει όχι μόνο ο Μπαλτάκος, αλλά και ο Ρουπακιώτης.
• Τρίτον, η απροθυμία του Μιχαλολιάκου να παίξει τον ρόλο που είχαν ετοιμάσει για το κόμμα του. Είναι κοινό μυστικό ότι το πρωθυπουργικό επιτελείο και κύκλοι των αρχουσών ελίτ ερωτοτροπούσαν με την ιδέα να χρησιμοποιήσουν τη Χρυσή Αυγή όχι μόνο σαν πολιτικό και διπλωματικό δεκανίκι της ΝΔ, αλλά και ως δύναμη εξισορρόπησης του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα με εμφυλιοπολεμικούς όρους. Η θεωρία των δύο άκρων, που τόσο επίμονα και συστηματικά καλλιεργούσε το Μαξίμου, αντανακλούσε αυτή την πρόθεση και βεβαίως προϋπέθετε ότι η Χρυσή Αυγή θα είναι ισχυρή και προκλητική.
Η στροφή του Σαμαρά συνοδευόταν και από την εκτίμησή του ότι οι δικαστικές διώξεις και η ηθική καταρράκωσή του νεοναζιστικού κόμματος θα συρρίκνωναν την εκλογική επιρροή του. Προσδοκούσαν ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι του θα επέστρεφαν στη ΝΔ. Οι δημοσκοπήσεις, όμως, διαψεύδουν αυτή την προσδοκία.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Ο Μπαλτάκος, που λόγω και ιδεολογικής συγγένειας είχε αναλάβει τις επαφές και την πολιτική συνεννόηση με τη Χρυσή Αυγή, όχι μόνο διαφώνησε με τη στροφή, αλλά και ένοιωσε εκτεθειμένος. Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από την αποκαλυφθείσα συνομιλία του με τον Κασιδιάρη.
Το προβαλλόμενο επιχείρημα ότι η πολιτική ζωή δεν πρέπει να μετατραπεί σε όμηρο νεοναζιστών είναι γενικά σωστό, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση χρησιμοποιείται σαν μηχανισμός συγκάλυψης, για να εξουδετερώσει εκ των προτέρων νέες αποκαλύψεις και τις όποιες πολιτικές επιπτώσεις τους. Αναμφισβήτητα, η Χρυσή Αυγή έχει τους δικούς της λόγους να εκθέτει κυβερνητικά στελέχη, αλλά είναι αδιανόητο να κλείνουμε τα αυτιά στις όποιες αποκαλύψεις μόνο και μόνο επειδή τις κάνουν νεοναζιστές.
Ανάξια σχολιασμού είναι η απεγνωσμένη προσπάθεια της κυβέρνησης να εμφανίσει όσους ασκούν κριτική στους χειρισμούς της σαν υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής! Ο προπαγανδιστικός αυτός ελιγμός μπορεί να υπερπροβάλλεται και να αναπαράγεται από το κατεστημένο μιντιακό σύστημα, αλλά δεν παύει να είναι βαθύτατα αντιδημοκρατικός, να βρωμάει ολοκληρωτισμό.
Τέλος, όπως έδειξε και η κίνησή του για τους συμψηφισμούς οφειλών ΦΠΑ, ο πρωθυπουργός επιχειρεί απεγνωσμένα με διάφορες κινήσεις να αλλάξει την πολιτική ατζέντα. Όλα δείχνουν, όμως, ότι δεν θα τα καταφέρει παρότι έχει στο πλευρό του το σύνολο των αρχουσών ελίτ. Φαίνεται ότι το κόμμα του Μιχαλολιάκου διαθέτει και άλλους επικοινωνιακούς άσσους στο μανίκι. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι κατά πάσα πιθανότητα, οι ευρωεκλογές θα διεξαχθούν στο πολιτικό κλίμα που θα δημιουργεί η προαναγγελθείσα δημοσιοποίηση νέων αποκαλυπτικών συνομιλιών, οι οποίες αναμένεται να οξύνουν το ηθικό, πολιτικό και θεσμικό πρόβλημα που έχει ανακύψει.