Λαοί αντί για πληθυσμούς – Πατρίδες αντί για χώρους
Του Τάσου Βαρούνη
Τα «ανοιχτά σύνορα» προϋποθέτουν τα… σκέτα «σύνορα». Μα σήμερα αυτά μετατρέπονται σε γκρίζα έως και αόρατα. Φρεγάτες του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο. Τουρκικά μαχητικά πάνω από τα νησιά. Χάρτες με θολές γραμμές.
Αμφισβητήσεις και ρευστοποίηση. Δεν ξέρεις πια «πού» έχεις να κάνεις κουμάντο. Γιατί «κάπου» πρέπει να υπάρξεις, να δημιουργήσεις, να χαρείς και να μοχθήσεις για το όποιο δικαίωμα σου αλλά και να χτίσεις την ιστορία σου. Ίσως και για να κατανοήσεις ποιος είσαι «εσύ» και ποιος ο «άλλος».
Αλλά και διαρκώς νέες κατατάξεις. Είκοσι επτά χιλιάδες χιλιόμετρα νέων συνόρων χαράχτηκαν από το 1991, κυρίως στην Ευρώπη και την Ευρασία. Λόγω πολεμικών επεμβάσεων, καταστροφών, διαμελισμών. Μαζί με αυτά, αλλά δέκα χιλιάδες χιλιόμετρα σε τείχη, εμπόδια και τεχνολογικά εξελιγμένους φράχτες που προετοιμάζονται για τα επόμενα χρόνια. Στην πραγματικότητα, όσο καταργούνται τα σύνορα, τόσο θα πληθαίνουν οι φράχτες. Πριν, λοιπόν, σκεφτούμε για το πόσο ανοιχτά, πόσο κλειστά -και για ποιους- τα θέλουμε, ίσως θα έπρεπε πρωτίστως να φωνάξουμε «κάτω τα χέρια από τα σύνορα». Ακόμα κι αν ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, οι αγορές και οι τράπεζές του τα έχουν «ξεπεράσει» με τον δικό τους τρόπο. Αλλά και αναζητώντας επειγόντως δρόμους διεθνούς συνεργασίας ενάντια στην απομύζηση, την καταλήστευση και τους σύγχρονους τρόπους αποικιοκρατίας.
«Πόσοι ξένοι χωράνε στη χώρα»; Το ερώτημα μοιάζει να ανήκει στη σφαίρα του ανεπίτρεπτου, αφού λίγο καιρό πριν συνόδευε ρατσιστικές και ξενοφοβικές αντιλήψεις. Σήμερα, όμως, η απάντηση «όλοι όσοι έχουν ανάγκη» δεν είναι αρκετή. Οι χιλιάδες πρόσφυγες δεν προορίζονται να «χωρέσουν» σε μια κοινωνία αλλά μονάχα στις φυλακές της. Αλλά και γιατί έτσι θα αδυνατίζαμε την Πολιτική πρώτα υπέρ της διαχείρισης κι έπειτα υπέρ της φιλανθρωπίας. Σε τελευταίο στάδιο και υπέρ των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών. Μάλιστα, και ίσως ακόμα πιο πριν, θα είχαμε κάνει και τη «φιλοσοφική» παραδοχή ότι το να υπερασπιζόμαστε τον άνθρωπο «σκέτο» είναι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε. Κι ενώ θα είναι πάντα «επαναστατικό» το να μοιράζεσαι, το να στέκεσαι με αλληλεγγύη, το να συμπάσχεις, άλλο τόσο χρειάζεται να διεκδικήσουμε ιδιότητες που να επιτρέπουν ή να εμπλουτίζουν την επιβίωσή μας.
Η «χώρα», ο «λαός», ο «τόπος», το «έθνος» είναι μερικές απ’ αυτές και οι προσδιορισμοί τους μπόλικοι. Έτσι, το αρχικό ερώτημα μετασχηματίζεται: «Καλούμαστε ν’ αγωνιστούμε για ένα πολυεθνικό κράτος, για μια κοινωνία με διάφορες εθνότητες στη βάση της νέας κοινωνικής κατάστασης ή μήπως για ν’ αποτρέψουμε τη μετατροπή μας σε μια αποικία με διάφορους πληθυσμούς-γκέτο»; Προϋπόθεση για την απάντηση είναι το να σκεφτούμε το «προσφυγικό» όχι σαν μια φυσική αναγκαιότητα. Οι άνθρωποι δεν είναι «αντικείμενα», τα καραβάνια δεν είναι «ροές».
Ο πολιτικός κόσμος στο σύνολό του έχει συμφωνήσει στην απόλυτη παράδοση. Ίσως ακούγεται παράδοξο αλλά η περαιτέρω διάλυση μιας χώρας σαν την Ελλάδα υπό το βάρος της προσφυγικής κρίσης συνιστά μεγαλύτερο έγκλημα απ’ ό,τι οι άθλιες συνθήκες που βιώνουν οι χιλιάδες πρόσφυγες στην Ειδομένη, στο λιμάνι και στα πρόσφατα στρατόπεδα συγκέντρωσης. «Θα το βρούμε μπροστά μας», όχι μόνο εμείς αλλά και οι λαοί που ξεριζώνονται. Η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο δεν τολμά να καταγγείλει τις πολεμικές εκστρατείες των ισχυρών, αλλά συντάσσεται μέχρι κεραίας με τα σχέδιά τους. Μετατρέπεται κι αυτή σε μια ΜΚΟ (ανίκανη εκτός των άλλων) αφού η κατεξοχήν αρμοδιότητα των βασικών αποφάσεων έχει εκχωρηθεί. Όσο δυναμώνει αυτή η Ευρώπη, όσο διευρύνεται ο άξονας της Δύσης, τόσο οι λαοί θα υποφέρουν, τόσο θα αυξάνονται οι ανέστιοι άνθρωποι. Έτσι, έχουμε την ίδια υποχρέωση να είμαστε φιλόξενοι, όσο και… αντιιμπεριαλιστές.
Τι μπορούμε να εμποδίσουμε απ’ αυτό που μοιάζει αναπόδραστο; Ως λαός, ως κίνημα, ως χώρα. Γιατί η έλλειψη αυτής της διάστασης δημιουργεί ένα περιβάλλον πολύ δυσμενέστερο συνολικά για τους λαούς της γης. Το 2016 ένα «ελληνικό Αιγαίο» είναι καλύτερο απ’ ό,τι το ΝANOϊκό ή το τουρκικό και μια «ενιαία Κύπρος» είναι καλύτερη από μια διαιρεμένη. Ομοίως, ο διαχωρισμός από τις ευρωπαϊκές αντιτρομοκρατικές εκστρατείες και η εναντίωση στην τουρκική επιθετικότητα, μας παρέχει περισσότερη ασφάλεια. Το πώς ένα «κίνημα» θα εμπλουτιστεί με τέτοιες αιχμές -πολιτικές- παραμένει ζητούμενο.
Δημοσιεύθηκε στην εφ. «Δρόμος της Αριστεράς»