Διανύουμε μια πρωτόγονη ιστορική φάση, αλλά εξόχως ενδιαφέρουσα

Του Ρούντι Ρινάλντι*

Η σημασία του γκραμσιανού έργου και η ιδιαίτερη θέση του στο μαρξιστικό πολιτικό-θεωρητικό οικοδόμημα έχει ορισμένα «παράξενα» στοιχεία, αφού το κύριο θεωρητικό έργο του, τα Τετράδια της φυλακής, δεν γράφτηκαν για να εκδοθούν, διαβάστηκαν κατά κύματα ή καλύτερα δόθηκαν τμήματα του έργου αυτού κατά δόσεις για να εξυπηρετηθούν πολιτικές σκοπιμότητες.

Αυτή η παραξενιά της ιστορίας έτυχε σε έναν άνθρωπο-διανοητή-ηγέτη του ιταλικού κομμουνιστικού κινήματος του οποίου η ζωή και το έργο σκόπευαν να αποτελέσουν μια αξεδιάλυτη ενότητα.

Ο ίδιος δεν δημοσίευσε κανένα βιβλίο, απέφευγε καν να υπογράφει τα άρθρα που δημοσίευε στον Τύπο και το βασικό του έργο του τα Τετράδια της φυλακής που εκδόθηκαν ολοκληρωμένα για πρώτη φορά το 1975 σε μια έκδοση υπό την επιμέλεια του Τζερατάνα. Το έργο αυτό γραφόταν ανάμεσα στο 1929 όταν πρωτοδόθηκε στον Αντόνιο Γκράμσι η δυνατότητα να γράφει (είχε συλληφθεί το 1926) και σταμάτησε να γράφεται (δεν τελείωσε ποτέ, αφού είναι ένα σύνολο από σημειώσεις μεταγραμμένες σε διάφορα τετράδια) το 1935, όταν πλέον η υγεία του δεν του επέτρεπε να συνεχίζει. Δύο χρόνια μετά ο Γκράμσι πεθαίνει (1937).

Ο Γκράμσι έδρασε και ανήκει στην μεγάλη στρατιά των επαναστάσεων που συγκλόνισαν τον 20ό αιώνα και αντιμετώπισε πρακτικά, πολιτικά, πολιτιστικά και ηθικά πολλά δύσκολα προβλήματα της πολιτικής, του κράτους, της κουλ­τούρας, των διανοουμένων, του κόμματος, των απαντήσεων του κεφαλαίου, τον φασισμό, τον αμερικανισμό και τόσα άλλα.

Δίκαια το γκραμσιανό έργο αποτελεί πηγή έμπνευσης, στοχασμού, θεωρίας, και κουλτούρας. Έργο που ανοίγει δρόμους για την θεωρία και την πράξη της απελευθέρωσης. Ένα μεγάλο εργαστήρι σκέψης, αποτίμησης, διάνοιξης νέων δρόμων κ.λπ. Γι’ αυτό και η επαφή με το έργο του μετασχημάτισε, ωρίμασε, διαμόρφωσε όσους ήρθαν σε επαφή με αυτό πολλά-πολλά χρόνια μετά.

«Πρωτόγονη ιστορική φάση»

Σε ένα σχόλιό του, ο Γκράμσι θα κάνει την παρακάτω επισήμανση:

«Το να επιμένουμε στο στοιχείο “πρακτική” του δεσμού θεωρία-πρακτική, όταν τα δύο αυτά στοιχεία έχουν διασπαστεί, έχουν αποκοπεί, σημαίνει ότι δια­νύουμε μια σχετικά πρωτόγονη ιστορική φάση».

Κάθε άνθρωπος που έχει μια μικρή έστω πείρα ή σχέση με το πραγματικό κίνημα ή με ενδιαφέροντα και ανήσυχα πολιτικά εγχειρήματα, δεν μπορεί, θα έχει συναντήσει το περίφημο πρόβλημα της σχέσης θεωρίας και πράξης. Ο Γκράμσι κάνει λόγο για την φάση όπου αυτά τα δύο έχουν διασπαστεί, ή απο­κοπεί. Τότε πρόκειται για μια πρωτόγονη φάση μπουσουλίσματος του πραγ­ματικού κινήματος και αναζήτησης δρόμων μη πιστοποιημένων και έγκυρων.

Στις μέρες μας ζούμε μια τέτοια «πρωτόγονη φάση» και η ανάγκη για νέα θεωρία και νέα οργάνωση βοά από παντού.

Τις τελευταίες δεκαετίες συντελέστηκαν τεράστιες κατολισθήσεις (θεωρητι­κές και πρακτικές) έχουν τεθεί θέματα από την πρακτική πείρα και διάφορα κινήματα, όμως, ελάχιστα βήματα έχουν γίνει στο να συνοψιστεί κριτικά η πείρα, να βγούνε συμπεράσματα, να σκιαγραφηθούν θεωρητικές συλλήψεις και εφαρμογές τους, δεν εμφανίστηκε ένα νέο κύμα επανασύνδεσης της θεωρίας με την πρακτική.

Η ίδια η ιστορική εξέλιξη έχει φέρει στην επιφάνεια ένα όχι ευκαταφρόνητο υλικό που ζητά την θεωρητική επεξεργασία του και την στρατηγική τοποθέτηση απέναντι στις νέες προκλήσεις και προσκλήσεις της ιστορίας.

Ο 20ός αιώνας πέρασε, έδωσε υλικό, άνοιξε δρόμους, γνώρισε αποτυχίες και ήττες επαναστάσεων και μεταβατικών προσπαθειών. Ζητήματα όπως:

• Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στις μεταβατικές κοινωνίες

• Η αναδιάρθρωση του κεφαλαίου σαν απάντηση στην παγκόσμια παρατε­ταμένη κρίση

• Η παγκοσμιοποίηση της αγοράς και των καπιταλιστικών σχέσεων μετά από μια διάσπασή τους

• Η διάψευση της σωτήριας λύσης που θα ερχόταν μέσα από την ΕΤΕ και συνεπώς το πρόβλημα της επιστήμης και της γνώσης στις σύγχρονες συνθήκες

• Η διατάραξη της σχέσης φύσης-κοινωνίας-ανθρώπου

• Η ανάδυση ζητημάτων που φαίνονταν να έχουν ξεπεραστεί (θρησκευτικοί και εθνικιστικοί φονταμενταλισμοί)

για να αναφέρουμε ορισμένα μόνο από τα σοβαρά ζητήματα, ζητούν μια νέα και βαθύτερη, πλουσιότερη και πιο εκτενή θεωρητική αντιμετώπιση από ό,τι έθετε στην παγκόσμια ημερήσια διάταξη η επανάσταση στις αρχές του 20ού αιώνα.

Στον Γκράμσι ανήκει το μερίδιο εκείνο που έκανε πιο φανερή την ανάγκη να επεκταθεί η ματιά και ο ορίζοντας του εργατικού κινήματος πιο πέρα από εκεί που έφτασε με την Οκτωβριανή Επανάσταση. Αναμετρήθηκε θεωρητικά και πρακτικά με τα προβλήματα, τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις που χρει­άζονται μια ορισμένη αντιμετώπιση σε συνθήκες αναπτυγμένων χωρών και με πυκνά πλέγματα ιδεολογικών και κρατικών μηχανισμών, χειριστικών μηχανι­σμών.

Επεξεργάστηκε μια γενική στάση και στρατηγική και επεσήμανε πόσο ση­μαντικό είναι, πόσο ζωτικό είναι για το απελευθερωτικό κίνημα του προλετα­ριάτου, να εγκαταλείψει μια οικονομίστικη αντίληψη και έναν περιορισμό του αγώνα στα επίπεδο αυτό.

Κουλτούρα, πολιτική, ηθική, εποικοδομήματα, ιδεολογία ή ιδεολογίες, ηγεμονία, υλικοί μηχανισμοί δημιουργίας της συναίνεσης, μορφωτικοί όροι και άλλα, αποτελούν κεντρικά ζητήματα στο τρόπο που ο Γκράμσι διαπραγματεύ­εται τα διάφορα θέματα και στο ποια ζητήματα δίνει έμφαση πώς πρέπει να συμπληρώνουν, να στηρίζουν, να εμπλουτίζουν την πολιτική πάλη, τις οικονο­μικές διεκδικήσεις, το κράτος και τον μαρασμό του και άλλα.

Γι αυτό αποτιμώντας το έργο του μπορούμε να τονίσουμε τα ακόλουθα:

Πέρα από το ότι το σύνολο της σκέψης του ήταν πρωτότυπο, γόνιμο και προ­αγωγικό: Θεμελιώδεις εύνοιες της σκέψης του όπως το ιστορικό μπλοκ κοινω­νικοπολιτικών δυνάμεων και η ηγεμονία αποτέλεσαν θεωρητικές καινοτομίες που ενσωματώθηκαν στον κλασικό μαρξισμό.

Μέσα από την έννοια της ηγεμονίας είχαμε απελευθέρωση της πολιτικής στην οποία αποδόθηκε αυτονομία αλλά και νέα όρια βεβαίως.

Απελευθερώνει από τον οικονομισμό, διότι η πολιτική δεν είναι η αυτόματη, γραμμική, ανεπεξέργαστη μεταφορά των οικονομικών συμφερόντων της εργα­τικής τάξης στο πολιτικό πεδίο.

Τα ίδια τα ταξικά συμφέροντα (και οι τάξεις) ορίζονται κατά τρόπο ορατό πλέον και στο ιδεολογικό και στο πολιτικό πεδίο πέραν του οικονομικού. Και αυτός ο ορισμός συνδέεται με την διαμόρφωση πολιτικής στρατηγικής.

Η ηγεμονία καθιστά την πολιτική συνθετότερη τόσο ως

α) λειτουργία του πολιτικού

β) ως στρατηγική του προλεταριάτου.

Αυτή η συνθετότητα, μας απομακρύνει από την ψευδαίσθηση ότι η κοινωνική πορεία, θα είναι μονόγραμμη εφαρμογή συμφερόντων (π.χ. μιας τάξης) και κατά συνέπεια εύκολα χειραγωγήσιμη και διευθυνόμενη. Μας απομακρύνει από την εξελικτική αντίληψη του σοσιαλισμού ως γραμμική οικοδόμηση φθι­νουσών ταξικών αντιθέσεων.

Η σκέψη του οδηγεί σε πλήγμα της μονολιθικότητας. Όχι τόσο της εσωκομ­ματικής η οποία συνδέθηκε με ιστορικές ανάγκες εξαιτίας των διώξεων και της παρανομίας, αλλά όπως αυτή μεταφέρθηκε και μεθερμηνεύτηκε στη θεώρηση για την κοινωνία και την ταξική πάλη. Κατά συνέπεια μονοκομματικότητες, αυθεντικοί εκφραστές της αλήθειας, αποκλειστικοί κληρονόμοι και δη της ιστο­ρίας του εργατικού κινήματος και του μαρξισμού, αμφισβητήθηκαν οριστικά.

Πέραν αυτού όμως μέσα από το ιστορικό μπλοκ αμφισβητήθηκε και η μονο­ταξικότητα της πολιτικής προοπτικής. Η πορεία προς την κοινωνική απελευ­θέρωση πλέον δεν θα είναι η πορεία μιας τάξης (άντε και των δομικά προσδι­ορισμένων συμμάχων της) που θα καταφέρει να επιβάλει τα συμφέροντά της. Παραπέμπει σε κάθε φάση της πορείας μετάβασης στην διαμόρφωση ενός σύν­θετου μπλοκ στο εσωτερικό του οποίου οι δείκτες ηγεμονίας (ήτοι κυριαρχίας και πρωτοπορίας) είναι ζητούμενοι και προς κατάκτηση όχι εκ των προτέρων προσδιορισμένοι.

Ακόμα, η έννοια της ηγεμονίας δεν περιορίζεται στενά στο ζεύγος κατανα­γκασμός και συναίνεση όπως προσπάθησε ένα ορισμένο είδος μαρξισμού προκει­μένου να τη χωρέσει στα στενά όρια του. Και ο πολιτισμός; Οι πολλές διαστά­σεις της υποκειμενικότητας; Η ιστορική κληροδοσία στα πλαίσια του μαρξισμού; Αλλά και εκτός αυτού; Ή δεν υπάρχει τίποτα εκτός αυτού;…

Ζούμε λοιπόν σε μια πρωτόγονη φάση χωρίς επαναστατική θεωρία. Αλλά και με πολύ υλικό που ζητά, που σπρώχνει προς την ανάγκη της θεωρίας, με μαζικά κινήματα και προχωρήματα που είναι φορείς νέων αναγκών και θεω­ρητικών ψηγμάτων.

Ζούμε μια φάση όπου το κεντρικό ερώτημα που θέτει ο Γκράμσι στην αντι­παράθεσή του με τον οικονομισμό, δηλαδή «πώς γεννιέται η ιστορική κίνηση πάνω στη βάση της οικονομίας» παίρνει νέα συνθετότητα.

Όχι μέσα από κάποιον αυτοματισμό, αλλά μέσα από διαμεσολαβήσεις, μέσα από την πολιτική και σε ατομικό επίπεδο μέσα από ιδεολογικά σχήματα. Που όμως όλα αυτά τα δίκτυα της διαμεσολάβησης, της υποκειμενοποίησης, της εσωτερίκευσης και των ιδεολογικών συμβόλων είναι πυκνότερα, συνθετότερα.

Τούτο αποδεικνύεται από:

1. Τα νέα διεθνικά κινήματα

2. Το μορφωτικό επίπεδο των δρώντων και αγωνιζόμενων ανθρώπων

3. Την τεράστια άρνηση της ζωντανής εργασίας από την σφαίρα της παρα­γωγής που καθιστά νόμιμο το ζήτημα του περάσματος σε ένα ανώτερο κοινωνικό σύστημα, το αίτημα του κομμουνισμού και της απελευθέρω­σης χρόνου για την κοινωνία των συνεταιρισμένων παραγωγών

4. Το αίτημα της ταυτότητας που παίρνει ξανά διαστάσεις

5. Το τεράστιο αίτημα συμμετοχής και πραγματικής δημοκρατίας σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου

6. Την νέα λαϊκή και εθνική αφύπνιση

7. Τον γιγαντισμό των χειριστικών μηχανισμών και των δυνάμεων κατα­στροφής.

Με άλλους όρους έχουμε φθάσει σε ένα σύστημα κοινωνικών σχέσεων που γεννά:

• Παραγωγή για την παραγωγή σε ένα ξέφρενο κυνηγητό υπερκέρδους και μια αποστράγγιση των διαδικασιών αυτών σε πλανητική κλίμακα (παγκόσμια οικονομική κρίση, πλασματική οικονομία κ.λπ.)

• Κράτος και διάχυση γιγάντωση του κράτους, επί της κοινωνίας

• Αλλοτρίωση, γενικευμένη αλλοτρίωση

• Καταστροφή και δυνάμεις καταστροφής.

Και είναι ανάγκη το πέρασμα σε ένα άλλο σύστημα κοινωνικών σχέσεων σε αντίθετη εντελώς φορά από αυτό που γνωρίζουμε και αυτό γίνεται ολοένα και πιο κατανοητό σε παγκόσμιο επίπεδο, σε επίπεδο κινημάτων, σαν αίσθηση των λαϊκών ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο.

Αυτά πρέπει να διατυπωθούν σε επίπεδο προγράμματος, να γίνουν οι λογα­ριασμοί με το παρελθόν, κι όχι να γίνει και εδώ «κούρεμα». Να «κουρεύουμε» δηλαδή τα ιδεολογικά και θεωρητικά θέματα, παραμένοντας στην «πρωτόγονη φάση».

Ζούμε την έλλειψη νοήματος. Είμαστε στην εποχή της παραποίησης και της διαστροφής. Οι μεγάλες λέξεις που όπως λέει ο ποιητής πυρπόλησαν τις καρδιές των ανθρώπων όπως ελευθερία, δημοκρατία, ρήξεις, συνέχειες, υποκειμενικό­τητες, δοκιμάζονται. Αφού στάθηκε αδύνατο να παραμεριστούν, αφυδατώθηκαν και αναπαράγονται ως πουκάμισο αδειανό από την συστημική εξουσία. Μοιάζει οι βασικές έννοιες που συγκροτούν την κοινωνία που, από ασώματο σύνολο την καθιστούν σπονδυλωμένη παρουσία, να κυκλοφορούν αδιάθετες, να είναι διεκδικήσιμες. Μια έκρηξη σημαινόντων, όπως θα έλεγαν και οι διανοούμενοι, χωρίς απο­δέκτη.

Εδώ τίθεται το ζήτημα της ηγεμονίας, της επανανοηματοδότησης και της πρακτικής οργάνωσής της.

Π.χ.: Η δημοκρατία. Ένα ζήτημα που η Αριστερά ακόμα και σήμερα δεν έχει την καλύτερη σχέση μαζί του. Προσπάθησε να το προσεγγίσει μέσα από το σχήμα αστική-προλεταριακή δημοκρατία (αληθινή και προς όφελος του λαού). Πέραν του προσχηματικού στοιχείου αυτή η προσέγγιση στην καλύτερη και την πιο αυθεντική της εκδοχή δεν φτάνει.

Χρειάζεται καθολική επανανοηματοδότηση σε όλα τα επίπεδα.

Μέσα από μια οπτική που κάνει έκκληση για ηγεμονία στο φιλοσοφικό και ιδεολογικό και αξιακό επίπεδο, (ας θυμηθούμε ότι η Γαλλική Επανάσταση το τοποθέτησε σε αυτή τη βάση για να διεξαχθεί η ίδια) στο στρατηγικό (ο σοσι­αλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει, έλεγε ο Πουλαντζάς), στο θεσμικό πολιτειακό (άμεση δημοκρατία ζήτησαν οι πλατείες και οι απανταχού αγανακτισμένοι), στο στενό πολιτικό (μια νέα σχέση πολιτικής εκπροσώπησης ζητά η συγκυρία) στο εσωκομματικό (μ’ αυτά είναι μπλεγμένος ο ΣΥΡΙΖΑ και κάθε σύγχρονο αριστερό εγχείρημα) κ.λπ.

Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από πουθενά στο ζήτημα «δημοκρατία».

Η ζωή «κόβει» δρόμους

Στις «πρωτόγονες φάσεις» δημιουργούνται προγεφυρώματα και κόβεται δρόμος. Φτάνουμε σε ορισμένα ανώτερα σημεία χωρίς να διατρέξουμε λογικά στάδια και προδιαγραμμένες πορείες. Ένα στοιχείο ασυμμετρίας και χαοτικών τάχα γεγονότων-κινημάτων-ξεσπασμάτων μας οδηγούν σε άλλα σημεία. Για παράδειγμα στην χώρα μας ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά από μια αποσταθεροποίηση του αστικού μπλοκ, που προκλήθηκε από το μαζικό λαϊκό κίνημα ενάντια στο μνη­μόνιο και την τρόικα, έθεσε ζήτημα μετάβασης σε μια νέα Ελλάδα σε άλλη Ευ­ρώπη. Τέθηκε ζήτημα δημιουργίας ενός κοινωνικού και πολιτικού υποκειμένου που να είναι ικανό να συγκροτήσει ένα ιστορικό μπλοκ δυνάμεων.

Εδώ πλέον η επικαιρότητα του Γκράμσι είναι τεράστια.

Ο ίδιος θα μελετούσε την μνημονιακή κοινωνιολογία και όλες τις αλλαγές τόσο σε επίπεδο οικονομικό όσο και σε επίπεδο εποικοδομήματος.

Θα έδινε τεράστια σημασία στις αλλαγές του συσχετισμού δυνάμεων δεί­χνοντας την γραμμή της καθεστωτικής ανασύνταξης αλλά και τις δυνατότητες σύμπηξης ενός μεγάλου κοινωνικού μπλοκ αλλαγής.

Θα εξέταζε τα ήθη και τα έθιμα, την πολιτική κουλτούρα της ριζοσπαστικο­ποίησης και την προσπάθεια του κομματικού συστήματος να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα.Θα παρενέβαινε δείχνοντας το μεγάλο θεωρητικό κενό που πρέπει άμεσα να καλυφθεί.

Θα εξέταζε το αντιμνημονιακό κίνημα ως βαθιά ετερώνυμο και εσωτερικά αποκλίνον. Οι εσωτερικές αντιφάσεις δεν το εμποδίζουν να είναι δυναμικό. Το εμποδίζουν να είναι ανεξάρτητο και επαρκές. Το επαρκές δεν εξαρτάται με κάποιο κόμμα που θα εκφράσει αυτή την επάρκεια αλλά με την αναβάθμιση του ίδιου του κινήματος. Η αναβάθμισή του δεν μπορεί να προέλθει ούτε από πολιτικές που θα θελήσουν να το εκφράσουν και να διαχειριστούν τις αντιφάσεις του, κρατώντας τες σε ένα μη εκρηκτικό πλαίσιο. Δεν είναι λίγο. Είναι τεράστιο αλλά δεν φτάνει.

Εδώ απαιτείται επαγωγή. Προσανατολισμός δια μέσου παρεμβάσεων που το σπονδυλώνουν, που το καθιστούν κοινωνικό πολιτικό υποκείμενο. Και αυτές με τη σειρά τους θέτουν ένα άλλο μοντέλο πολιτικής οπτικής εντός του οποίου η έννοια της ηγεμονίας θα έχει την πραγματική της διάσταση.

Μια παρατήρηση για την διανόησή μας

Λέει ο Γκράμσι:

«Το λαϊκό στοιχείο αισθάνεται, αλλά δεν κατανοεί πάντα ή δεν ξέρει. Ο διανοούμενος ξέρει, αλλά δεν κατανοεί πάντα και ειδικότερα δεν αισθάνεται.

Το λάθος του διανοούμενου συνίσταται στο ότι πιστεύει πως μπορεί να ξέρει χωρίς να κατανοεί και ειδικότερα χωρίς να αισθάνεται και να ενδιαφέρεται ζω­ηρά, δηλαδή πως ο διανοούμενος μπορεί να είναι τέτοιος μόνο αν διακρίνεται και αποχωρίζεται από το λαό-έθνος, δηλαδή χωρίς να αισθάνεται τα στοιχειώδη πάθη του λαού, κατανοώντας τα και μετά εξηγώντας τα και δικαιολογώντας τα μέσα στην καθορισμένη ιστορική κατάσταση.

Δεν γίνεται πολιτική ιστορία χωρίς αυτό το πάθος, δηλαδή χωρίς αυτό το συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα στους διανοούμενους και το λαό-έθνος.

Αν η σχέση ανάμεσα σε διανοούμενους και λαό-έθνος, ανάμεσα σε διευθύνο­ντες και διευθυνόμενους δίνεται με μια οργανική συνάφεια όπου το αίσθημα- πάθος γίνεται κατανόηση και μετά ξέρω, μόνο τότε η σχέση είναι σχέση αντι­προσώπευσης, πραγματοποιείται η ζωή συνόλου που μόνο αυτή είναι κοινωνική δύναμη. Δημιουργείται το ιστορικό μπλοκ».

Τα σαράντα χρόνια της έκδοσης των έργων του Γκράμσι στην Ελλάδα συ­μπίπτουν με μια ιστορική στιγμή που πολλά από όσα υπέδειξε σαν ένα δρόμο μπορούν να δοκιμαστούν, μπορούν να γονιμοποιηθούν με την δράση των μαζών, μπορούν να ανοίξουν δρόμους για μια άλλη πορεία από την μνημονιακή κατα­βύθιση και διάλυση μιας χώρας, μιας κοινωνίας, ενός λαού, ενός έθνους.

Στις εκδόσεις «Στοχαστής», και στον Λουκά Αξελό προσωπικά, ένα βαθύ ευχαριστώ και καλή δύναμη στην κοινή πάλη.

* ΣΗΜΕΊΩΣΗ ΤΩΝ ΤΕΤΡΑΔΊΩΝ

Ο Ρούντι Ρινάλντι είναι συνεκδότης της εφημ. «Δρόμος της Αριστεράς»