ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, TΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
ΟΙ ΕΥΡΥΤΑΤΕΣ ΑΝΑΚΑΤΑΤΑΞΕΙΣ που χαρακτηρίζουν την τελευταία τεσσαρακονταετία του 20ού αιώνα έβαλαν βαθιά την σφραγίδα τους και στον 21ο.
Είναι πλέον παραδεκτό από όλους ότι η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, η επικράτηση της ανεξέλεγκτης οικονομίας της αγοράς, η περιθωριοποίηση τεράστιων τμημάτων πληθυσμού και οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, η ανάδειξη μειζόνων οικολογικών προβλημάτων, η εκρηκτική κατάσταση με την αφύπνιση των εθνοτήτων, σε συνδυασμό με την ραγδαία επέκταση των νέων τεχνολογιών, τόσο στην παραγωγή υλικών αγαθών όσο και σε άλλους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, δεν αφήνουν καμία κοινωνία και κανέναν πολίτη ανεπηρέαστο.
Επιπλέον η ευρύτατη εξάπλωση του ελεύθερου ανταγωνισμού και του μονοδιάστατου οικονομικού, κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού μοντέλου που επαγγέλλεται, αποτελεί έναν καθοριστικό παράγοντα της αλλαγής στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων, με αποφασιστική επίδραση στον δυνητικό ρόλο των ιστορικών υποκειμένων.
Οι εθνικές, πολιτικές, κοινωνικές, οικολογικές και πολιτισμικές ανακατατάξεις που συντελούνται στον κόσμο, βρίσκονται ακόμη στο στάδιο των εξελίξεων και σαν «σεισμικά φαινόμενα» δεν μπορούν εύκολα να προσδιοριστούν, αυξάνοντας έτσι απειλητικά τη ρευστότητα και αβεβαιότητα της καθημερινής ζωής στην ιστορική φάση που περνάμε.
Η πτώση των ανατολικών καθεστώτων ενίσχυσε την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού και του νεοσυντηρητισμού στα πλαίσια της νέας τάξης πραγμάτων. Η ταύτιση σε μέγιστο βαθμό της σοσιαλιστικής ιδεολογίας με τα ολοκληρωτικά κρατικά πρότυπα ή τις παραλλαγές μιας συνδιαχείρισης στα πλαίσια των υφισταμένων κοινωνικών δομών είχε ως αποτέλεσμα να υποστούν βαρύ πλήγμα υποβάθρου όλες οι κοινωνιστικές θεωρίες και απόψεις, ανεξάρτητα από τις ουμανιστικές τους καταβολές και ανεξάρτητα από τον επιμέρους βαθμό ευθύνης τους.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, στο επίκεντρο μιας βαθιάς και καθολικής κρίσης. Μιας κρίσης αξιών και πολιτισμού. Η απολυτοποίηση της λογικής του κέρδους, που καθορίζεται ως ο «ρεαλιστικός» ρυθμιστής των πάντων και που ως βάση έχει τον άκρατο εγωισμό και το υλικό συμφέρον, είναι εκ φύσεως αδύνατον, όπως η καθημερινότητα επιβεβαιώνει, να δώσει λύσεις και διέξοδο στην καθολική αυτή κρίση. Αναπόφευκτα, λοιπόν, προκύπτει η ανάγκη επαναστοχασμού και θεώρησης των πραγμάτων από τη σκοπιά των συμφερόντων της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών.
Η ιστορική ήττα του υπαρκτού σοσιαλισμού δεν κατάργησε τις σοσιαλιστικές θεωρίες, δημιούργησε όμως έναν βαθύ σκεπτικισμό, καταδεικνύοντας τα όρια για τις μέχρι σήμερα απόπειρες και θέτοντας εμφαντικά το πρόβλημα της απόστασης που – κατά κανόνα – χωρίζει τη θεωρία από την πράξη. Η κατάρρευση αυτή, σαρωτική για το σύνολο των υπαρκτών σοσιαλιστικών δυνάμεων, δικαίωσε, όμως, εν μέρει και τις δυνάμεις εκείνες που πάλευαν αντιφατικά στην κατεύθυνση ενός δημοκρατικού και ελευθεριακού σοσιαλισμού, καταδεικνύοντας ταυτόχρονα και γι’ αυτές το περιορισμένο του βεληνεκούς τους, την οριακότητά τους, την έλλειψη ρεαλιστικών στόχων και στρατηγικής.
Σήμερα οι κυρίαρχες δυνάμεις, με τη λογική της αχαλίνωτης κερδοσκοπίας και του ωφελισμού που τις χαρακτηρίζει (οι δραματικές εξελίξεις της τελευταίας διετίας 2008-2009, είναι μέρος μόνο της όλης συμπτωματολογίας) οδηγούν τα πράγματα σε καταστροφικές εξελίξεις για τον άνθρωπο και τη φύση. Στον αιματηρό αγώνα της ανακατανομής και παγίωσης των ζωνών οικονομικής επιρροής και πολιτικής – πολιτισμικής κυριαρχίας, οι δυνάμεις αυτές χρησιμοποιούν ή και προκαλούν τις εθνικές, γεωπολιτικές και θρησκευτικές διενέξεις των λαών προς ίδιον όφελος.
Νέες μορφές εξάρτησης, καταπίεσης και ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης αναφαίνονται στον ορίζοντα. Η ανακατανομή του παγκόσμιου πλούτου σε βάρος των ασθενέστερων και φτωχότερων είναι πασιφανής. Οι τραγικές ανισότητες που παρατηρούνται στις χώρες της Αφρικής, της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής, αλλά και σε ορισμένες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες είναι μερικά από τα χτυπητά παραδείγματα της νέας εποχής. Αλλά και στις αναπτυγμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης και του βορειοαμερικανικού συμπλέγματος ή στις χώρες της Ανατολικής Ασίας (Ιαπωνία, κ.λπ.) έχουμε το ίδιο φαινόμενο της τεράστιας ανακατανομής του εθνικού προϊόντος, έτσι ώστε οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Σ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΛΕΓΜΑ ΤΩΝ ΑΝΙΣΩΝ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΩΝ και του ανταγωνισμού συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων εντάσσεται η εκρηκτική περιοχή των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής. Αυτή η κατάσταση δεν μπορούσε φυσικά να αφήσει ανεπηρέαστη και την πατρίδα μας. Κι εδώ η κρίση είναι βαθιά, εθνική, κοινωνική και πολιτισμική. Μόνο που πέρα από τους διάφορους εσωγενείς παράγοντες παρεμβαίνουν και οι ιδιαίτεροι εξωγενείς που έχουν σχέση με την ιστορική διαδρομή της χώρας μας στον συγκεκριμένο γεωπολιτικό χώρο.
Η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα. Προβλήματα που ενίοτε σχετίζονται με εξωτερικούς κινδύνους και προβλήματα που συνδέονται με την πορεία μας ως έθνους και ως λαού, δηλαδή με τους όρους της ίδιας μας της επιβίωσης ως ιστορικών υποκειμένων.
Τραγικές ανεπάρκειες, αποτέλεσμα μιας κυρίαρχης μεταπρατικής ιδεολογίας και πρακτικής, συντείνουν σε μια ιδιότυπη απομόνωση μας, τη στιγμή που η απειλή από τα ανατολικά είναι ορατή και μεθοδευμένη, με τη μισή Κύπρο να βρίσκεται υπό νεοοθωμανικό ζυγό και τη μόνιμη απειλή ενάντια στη Θράκη και το Αιγαίο.
Αποτελεί σκληρή πραγματικότητα το γεγονός ότι το σύνολο, σχεδόν, των πολιτικών κομμάτων της χώρας έχουν περιορίσει τον διάλογο στα οικονομικά και στα κοινωνικά ζητήματα, αποφεύγοντας συστηματικά να θέσουν βασικά ερωτήματα για τα μεγάλα εθνικά ζητήματα ως και τα καθ’ όλου θέματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Χωρίς υποτίμηση όλων των άλλων, εξίσου σημαντικών ζητημάτων, θα θέλαμε να σταθούμε σε ένα βασικό ερώτημα που καλύπτει τρία κορυφαία εθνικά μας θέματα: Πόσο καταφέραμε να περιορίσουμε τον επεκτατισμό της Άγκυρας σε Κύπρο και Αιγαίο και την αδιαλλαξία των Σκοπίων;
Είναι, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι τα προβλήματα δεν λύνονται με το να τα συγκαλύ¬πτουμε ή να τα αποσιωπούμε. Γιατί πάντα επιστρέφουν και πάντα εκδικούνται.
Τα εθνικά ζητήματα δεν είναι ανύπαρκτα, δεν είναι αφηρημένα «εθνικά ζητήματα».
Διακόσιες χιλιάδες Έλληνες της Κύπρου παραμένουν ξεριζωμένοι από τις πατρογονικές τους εστίες. Αυτό είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό και οικολογικό έγκλημα στην μεταπολιτευτική Ελλάδα και Κύπρο. Τα Ίμια, το Φαρμακονήσι, το Αγαθονήσι και οι Φούρνοι δεν είναι ασήμαντες βραχονησίδες. Είναι συνιστώσες του Αρχιπελάγους, που το κατοικούν συμπολίτες μας και που έχουν το απαράγραπτο δικαίωμα να απολαμβάνουν την ίδια ασφάλεια και ελευθερία κινήσεων που απολαμβάνουμε όλοι μας. Το ζήτημα των Σκοπίων δεν είναι φιλολογική διαμάχη για ένα «πουκάμισο αδειανό». Είναι θέμα βαθύτατα υπαρξιακό, αφαίρεσης ταυτότητας, όχι μόνο για τα εκατομμύρια των Ελλήνων της Μακεδονίας, αλλά για όλον τον Ελληνισμό.
Αυτά είναι και κοινωνικά ζητήματα και όχι αφηρημένα «εθνικά». Είναι προβλήματα που η Ελλάδα του περασμένου αιώνα πλήρωσε ακριβά με εκατομμύρια νεκρούς και πρόσφυγες. Η ήττα στα εθνικά ζητήματα είναι πριν από κάθε τι άλλο ήττα του λαϊκού κινήματος, των δημοκρατικών και κοινωνικά ριζοσπαστικών δυνάμεων.
Η αναστροφή του υπαρκτού κινδύνου συρρίκνωσης του Ελληνισμού αλλά και του εθνικού χώρου και η ανάδειξη μιας ουσιαστικής πρότασης συνύπαρξης, επικοινωνίας και ειρήνευσης για τη χερσόνησο του Αίμου και τον εγγύτερο ιστορικό μας χώρο, αποτελεί αναγκαστική επιλογή που πρέπει να συμπέσει με παράλληλες εσωτερικές διεργασίες. Για την Ελλάδα, τα Βαλκάνια, ως και η ευρύτερη περιοχή της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και του Εύξεινου Πόντου, είναι ένας ζωτικός ιστορικός χώρος, μια ενότητα ιστορική, γεωπολιτική, πολιτιστική και οικονομική. Ένα αποφασιστικό σταυροδρόμι τριών ηπείρων που ανέδειξε στο πέρασμα του χρόνου λαμπρούς πολιτισμούς.
Είναι παγκοίνως γνωστή και παραδεδεγμένη η βαθιά πολυποίκιλη κρίση που αγκαλιάζει εδώ και χρόνια την κοινωνία μας. Η επικράτηση μιας νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής, η έλλειψη σταθερών και ουσιαστικών παραγωγικών επενδύσεων, το υπέρογκο και ασφυκτικό δημόσιο χρέος και η πίεση που διαμορφώνουν τα πλαίσια της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, αλλά και η καθόλου οικονομική πολιτική των κυρίαρχων συγκροτημάτων σε βάρος των υποτελών τάξεων και των αδύναμων εθνών και λαών έχουν δημιουργήσει πολλαπλά αδιέξοδα στην ελληνική οικονομία και συσσωρευμένες εκρηκτικές καταστάσεις στην ελληνική κοινωνία.
Το πολιτικό μας σύστημα πάσχει. Μικροπολιτικές και συντεχνιακές πρακτικές, πελατειακές σχέσεις και «ουδέτερες» τεχνοκρατικές αντιλήψεις διαχείρισης τείνουν να καθορίσουν το περιεχόμενο της σύγχρονης ελληνικής πολιτείας. Η αποσύμπλεξη της ηθικής από την πολιτική αποτελεί κυρίαρχη πραγματικότητα. Η κοινωνική και η πολιτική ζωή διαποτίζονται από τα φαινόμενα κατακερματισμού, αυταρχισμού και αμοραλισμού. Οι ακραίες ταξικές επιλογές και συμπεριφορές με την πανταχού παρούσα προβολή των πολιτιστικών υποπροϊόντων, τείνουν να γίνουν μέτρο και πρότυπο σε μια κοινωνία που δείχνει να χάνει τη μνήμη και την προοπτική της.
Οι αξίες του ανθρωπισμού και της κοινωνικής αλληλεγγύης αντιμετωπίζονται συνεχώς με έντονο κυνισμό. Η κοινωνική δικαιοσύνη και ο προσδιορισμός του πολίτη ως πυρήνα της κοινωνικής ζωής θεωρούνται παρωχημένες αξίες. Η διατήρηση της γλωσσικής και εθνικής ταυτότητας, ταυτισμένη με το πιο απόλυτο δημοκρατικό δικαίωμα, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης ενός λαού, χλευάζονται ως εθνικισμός και επαρχιωτισμός. Ο ιστορικός αναθεωρητισμός έχει εισβάλει σε όλα τα πεδία με σαφή στόχο την πλαστογράφηση της ιστορίας για λογαριασμό των επικυρίαρχων. Οι άκαμπτες τεχνοκρατικές αντιλήψεις για ανάπτυξη, η θεοποίηση της ατομικής πρωτοβουλίας και η πρόταξη «ουδέτερων» εκσυγχρονιστικών μεθόδων αποτελούν την πανάκεια του κυρίαρχου μεταπρατικού ρεύματος χωρίς κανείς εκ των επιφανών εκφραστών του να μπαίνει στον κόπο να ρωτήσει απλά: γιατί, ποιος και για ποιον;
ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΔΙΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
ΜΕ ΒΑΣΗ, ΛΟΙΠΟΝ, τα όσα παραπάνω έχουν εκτεθεί, είναι σαφές ότι η κατάσταση έχει δραματικά επιδεινωθεί σε όλα τα επίπεδα και ότι η χώρα χρειάζεται ριζική αλλαγή του μεταπολιτευτικού συγκροτήματος εξουσίας, που έχει εδώ και καιρό, μπει σε τροχιά γενικευμένης κρίσης. Χρειάζεται ένα δημιουργικό ρεύμα μέσα στην κοινωνία, που θα εκφράζει ενωτικά τις λαϊκές ανάγκες και τα εθνικά δίκαια. Και αυτό γιατί η φύση, το βάθος και η αλληλεπίδραση των προβλημάτων του λαού και της χώρας είναι τέτοια, που μπορεί να αντιμετωπισθούν μόνο με ένα Εθνικό Σχέδιο Επιβίωσης, Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, με κοινωνική δικαιοσύνη και οικολογική ισορροπία.
Ένα τέτοιο σχέδιο μπορεί να προωθηθεί μόνο από δυνάμεις λαϊκές και από κοινωνικές πρωτοβουλίες και συσπειρώσεις προοδευτικής κατεύθυνσης, απαλλαγμένες από ιδεολογικές τυποποιήσεις και οργανωτικές δεσμεύσεις. Οι Έλληνες, εργαζόμενοι, παραγωγοί, καταναλωτές, στελέχη της παραγωγής και ελεύθεροι επαγγελματίες, διανοούμενοι και νέα γενιά, έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να συγκρουστούν με την ολιγαρχία που αποπροσανατολίζει και απονευρώνει την δημοκρατική λειτουργία των θεσμών.
Οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που αγωνίζονται για μιαν ευρύτατη κοινωνική και πολιτική αλλαγή, απαλλαγμένες από δόγματα και κάθε είδους κυβερνητισμό και κομματισμό, μπορούν και πρέπει να συμβάλλουν στην κινητικότητα του λαϊκού κινήματος σε νέες βάσεις, εναλλακτικών δράσεων, αυτοοργάνωσης, ενότητας και αλληλεγγύης απέναντι σε ένα κράτος αντιλαϊκό, που υπηρετεί, χάριν του ταξικού συμφέροντος των προνομιούχων, τα μονοπώλια σε βάρος της εγχώριας ανάπτυξης και της εθνικής ανεξαρτησίας.
Η εναλλακτική πρόταση δεν μπορεί παρά να εμπνέεται και να κατευθύνεται από τις μεγάλες αξίες της ελευθερίας και της ισότητας, με θεμελιώδεις αρχές την αυτόδιάθεση, τη συμμετοχική δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη, τις οικολογικές αξίες, την αλληλεγγύη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Η δημοκρατία με κοινωνικό περιεχόμενο αποτελεί όραμα και πρακτική. Η αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού που όλοι διακηρύττουν, χωρίς συγκεκριμένη κοινωνική στόχευση καταλήγει σε μια μοντέρνα «αναβαθμισμένη» μορφή της κρατούσας κατάστασης πραγμάτων.
Θεωρώντας θεμελιακή αρχή την αυτοοργάνωση, παρέμβαση και δράση των λαϊκών τάξεων στον χώρο που ρυθμίζονται τα πεπρωμένα τους, πιστεύουμε ότι η αυτοοργανωμένη λαϊκή πρωτοβουλία μπορεί και πρέπει να εκφραστεί στις παρακάτω κατευθύνσεις, ανάλογα με το ενδιαφέρον και την ετοιμότητα των διαφόρων κοινωνικών ομάδων και κατηγοριών:
Α. Στην Οικονομία: Ανάσχεση του ξεπουλήματος και της αισχροκέρδειας, υπεράσπιση του εθνικού πλούτου, δουλειά και δίκαιη αμοιβή για όλους. Κοινές Δράσεις για έλεγχο της κερδοσκοπικής ασυδοσίας, της διαφθοράς. Κοινές Δράσεις στην παραγωγή και διανομή αγαθών και υπηρεσιών, με κατεύθυνση προς μια οικονομία υπέρ των υποτελών τάξεων με ουσιαστικό κοινωνικό χαρακτήρα και περιεχόμενο.
Β. Στην Κοινωνία: Υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων και των δημοσίων αγαθών, εργατικός και λαϊκός έλεγχος στους θεσμούς και στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Αντιμετώπιση του μεταναστευτικού αδιεξόδου.
Γ. Στο Περιβάλλον: Ουσιαστική ενεργοποίηση, συμμετοχή και μεταβίβαση ευθυνών στις τοπικές κοινωνίες και τους άμεσους παραγωγούς φυσικού πλούτου για την αποτελεσματική υπεράσπιση των φυσικών πόρων, ανάπλαση του περιβάλλοντος και εξασφάλιση της διατροφικής μας αυτάρκειας. Κοινές Δράσεις τοπικού, υπερτοπικού και περιφερειακού χαρακτήρα για την άμεση αντιμετώπιση των καυτών οικολογικών προβλημάτων με στόχο την αποκατάσταση της οικολογικής ισορροπίας και αειφορίας.
Δ. Στους Θεσμούς, στην Παιδεία και στον Πολιτισμό: Επαναφορά του ανθρώπου στο επίκεντρο των σπουδών, καλλιέργεια των κοινωνικών επιστημών, της γλώσσας και της ανθρωπιστικής παιδείας. Υπεράσπιση της πολιτισμικής μας κληρονομιάς και παράδοσης. Αγώνας ενάντια στον ιστορικό αναθεωρητισμό. Αγώνας για να ελευθερωθούν τα Μέσα Ενημέρωσης από τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Να μετατραπούν σε φορείς μόρφωσης και όχι χειραγώγησης των πολιτών. Αγώνας ώστε το σημερινό θεσμικό πλαίσιο να απαλλαγεί από τον ολιγαρχικό χαρακτήρα της δεσπόζουσας «εικονικής δημοκρατίας».
Ε. Στην Εξωτερική Πολιτική και τις Διεθνείς Σχέσεις: Αγώνας για την αλλαγή της νοοτροπίας που αποτυπώνεται στις «λογικές» περί «μικράς και εντίμου Ελλάδας», Ελλάδας που δεν διεκδικεί τίποτα, περί Κύπρου «που είναι πολύ μακριά» και περί ανάγκης στήριξης σε κάποιους προστάτες. Ανατροπή της κυρίαρχης λογικής της «αψόγου στάσεως» απέναντι στα διεθνή κέντρα. Άσκηση δυναμικής εξωτερικής πολιτικής. Σθεναρή, μαχητική αλλά και ευέλικτη υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας. Κοινές Δράσεις για την διεύρυνση και το βάθεμα της ενότητας του Ελληνισμού, τη σύσφιξη των δεσμών με τους Έλληνες της Διασποράς, την στήριξη χωρίς ταλαντεύσεις του αγώνα για την ελευθερία, ανεξαρτησία και ενότητα της Κύπρου και την απόκρουση σε όλα τα πεδία (Αιγαίο, Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο) των ιμπεριαλιστικών σχεδίων, του τουρκικού επεκτατισμού και των βουλιμικών πρακτικών των βορείων γειτόνων. Σταθερή σύνδεση με τα αγωνιζόμενα έθνη, τους λαούς και τα κινήματα της περιοχής και διεύρυνση και βάθεμα του κοινού αγώνα με τα ευρωπαϊκά έθνη και τους λαούς για μιαν Ευρώπη στην υπηρεσία των λαών της.
Η συγκρότηση ενός πανεθνικού κινήματος αυτοδιάθεσης, ενός παλλαϊκού κινήματος αλληλεγγύης, ενός νέου ισχυρού κινήματος πολιτικής και ηθικής αναμόρφωσης, υπό τις παρούσες εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες, αποτελεί ένα κατ’ εξοχήν δύσκολο εγχείρημα. Σε κάθε όμως περίπτωση πρέπει να είναι έργο όλων εκείνων των δυνάμεων που εμπνέονται από το όραμα μιας δημοκρατικής, οικολογικής, ελευθεριακής και σοσιαλιστικής προοπτικής, με στόχο την συσπείρωση των ενεργών εκείνων πολιτών, που προσηλωμένοι στην δημιουργία της ευρύτερης δυνατής εθνικής και λαϊκής ενότητας, σταθερά επιδιώκουν την επαφή, τον ανοιχτό διάλογο, τη συνύπαρξη ή και την από κοινού δράση.
Ένα είναι το κριτήριο και το κίνητρο αυτής της συνένωσης του λαού σε εθνική κλίμακα: Η απαίτηση να έχουν οι πολίτες ουσιαστική παρέμβαση, ασκώντας τον ρόλο τους ως υποκείμενα της ιστορίας.
Ιανουάριος 2010