Του Γιάννη Σιώτη*
Στην αρχή φανήκαμε έκπληκτοι και αιφνιδιασμένοι. Στη συνέχεια οργισμένοι. Στο τέλος ανακουφισμένοι. Ακόμα ένα επεισόδιο της σειράς «Η Γερμανία τα παίρνει όλα» είχε ολοκληρωθεί.
Γιατί όλη αυτή η παράσταση, που παίχτηκε τις προηγούμενες μέρες με αφορμή το Eurogroup και που θα συνεχιστεί μέχρι το συμβούλιο κορυφής, δεν ήταν τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από μια επανάληψη ανάλογων παραστάσεων από το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.
Η πλοκή περίπου η ίδια: η Γερμανία, με την αδιαλλαξία του Τεύτονα ιππότη, περιτριγυρισμένη από τους υποτακτικούς της, να ισοπεδώνει οιονδήποτε στεκόταν εμπόδιο στις κατακτήσεις της. Οι περισσότεροι άρχοντες του Νότου, αμήχανοι, φοβισμένοι και απρόθυμοι να ρισκάρουν τα φέουδά τους, να προβληματίζονται για το πώς θα «μασκαρέψουν» τη συνθηκολόγηση για να αποτρέψουν την εξέγερση των υπηκόων τους, μόλις αυτοί αντιληφθούν ότι έρχεται περισσότερο ανέχεια και πείνα. Κάπου σε μια άκρη κρυμμένος πίσω από φυλλωσιές ένας τύπος με κρινάκι, κίβδηλος και υπολογιστής, να περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να εμφανιστεί ως μεσολαβητής.
Ολο αυτό θα μπορούσε να είναι σενάριο ταινίας, αν δεν ήταν η ζοφερή πραγματικότητα εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρωπαίων του Νότου οι οποίοι, ενώ έχουν περάσει δέκα ολόκληρα χρόνια μιζέριας, εξακολουθούν να εκπλήσσονται κάθε φορά που οι ζωές τους βυθίζονται ακόμα πιο βαθιά στον βούρκο της αδιαλλαξίας των ισχυρών και της ενδοτικότητας των ηγεσιών τους.
Πριν από έναν μήνα (16 Μαρτίου), σε ένα σημείωμα («Ο κορονοϊός και η επόμενη γερμανική επίθεση στην Ευρώπη») για το μέλλον της Ευρώπης στην κρίση, είχα γράψει: «Με άλλοθι τις “μεταρρυθμίσεις” και με όπλο τον πακτωλό ρευστού, η Γερμανία και οι κεντροευρωπαίοι σύμμαχοί της θα μπορούν να εξαπολύσουν την επίθεση σε υπερχρεωμένες οικονομίες με υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και σε εξασθενημένες κοινωνίες». Στο ίδιο σημείωμα επισήμαινα ότι «το παιχνίδι θα κριθεί από την απάντηση που θα δώσουν οι νοτιοευρωπαίοι στη γερμανική βουλιμία. Δηλαδή, αν θα υποχωρήσουν στις ενδεχόμενες γερμανικές απαιτήσεις ή αν θα διεκδικήσουν να γίνουν πράξη η ισοτιμία και η αλληλεγγύη».
Δυστυχώς, οι Ευρωπαίοι ηγέτες επέλεξαν το πρώτο, αφού προηγουμένως υποκρίθηκαν ότι ακολουθούν το δεύτερο, προφανώς για να διαχειριστούν ο καθένας το δικό του κοινό. Θα ήταν αστείο, αν δεν ήταν τραγικό, να βλέπεις τα παιδιά και τα εγγόνια εκείνων που βούλιαξαν τον ευρωπαϊκό Νότο στα Μνημόνια, να παριστάνουν τους εξεγερμένους. Δεν χρειάζεται να είσαι πολιτικός επιστήμονας για να αντιληφθείς ότι ακόμα και για τις υπογραφές στην πρόταση για το ευρωομόλογο χρησιμοποίησαν μελάνη που εξαφανίζεται όταν περάσει λίγος καιρός.
Ανιστόρητοι και υποταγμένοι σπατάλησαν –ίσως– την τελευταία ευκαιρία που είχαν να υπερασπιστούν τα οράματα των ιδρυτών της Ε.Ε., όπως αυτά καταγράφηκαν στη συνθήκη που υπογράφηκε στη Ρώμη εξήντα τρία χρόνια πριν. Αποδέχτηκαν το γερμανικό μενού (ESM) με τη γαλλική γαρνιτούρα (Ταμείο Ανάκαμψης) και έτσι έβαλαν σε κίνηση τους μηχανισμούς για την επόμενη ευρωπαϊκή κρίση χρέους. Με τα σημερινά δεδομένα και χωρίς να επιβαρυνθεί με επιπλέον χρέος το δημόσιο χρέος της Ιταλίας ως ποσοστό του ΑΕΠ, μπορεί λόγω ύφεσης (5%) να αυξηθεί κατά περίπου 6 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ της Ελλάδας κατά 9 ποσοστιαίες. Τι θα γίνει τώρα με τα δισεκατομμύρια που θα πάρουν από τον ESM; Πού θα φτάσει το χρέος τους; Για πόσο καιρό και με τι κόστος θα αντλούν κεφάλαια από τις αγορές;
Εμείς οι Ελληνες γνωρίζουμε καλύτερα από όλους τους άλλους τη «γενναιοδωρία» των ισχυρών. Για 196 χρόνια πληρώνουμε ακριβά τις υποχωρήσεις και τους συμβιβασμούς που έγιναν προκειμένου να εξασφαλίσουμε «βοήθεια» από τους ισχυρούς. Από το 1824 μέχρι σήμερα οι υπογραφές που μπήκαν με την επίκληση του ρεαλισμού, του εφικτού και της οικονομικής ανόρθωσης σε δάνεια από διεθνείς αγορές, οδήγησαν σε νέα δεσμά και ακόμα μεγαλύτερη υποτέλεια.
Θα ήταν υπερβολικό να περιμένει κανείς ότι ο κ. Μητσοτάκης γνωρίζει την οικονομική ιστορία του τόπου, για παράδειγμα της περιόδου 1922-1928. Αν όμως τη γνώριζε, θα ήξερε τι σημαίνει η «αλληλεγγύη» των ισχυρών. Θα ήξερε για τον ρόλο της Κοινωνίας των Εθνών στη χορήγηση του προσφυγικού δανείου των 12.300.000 λιρών από τα οποία στην Ελλάδα έφτασαν τα 10.000.000. Θα ήξερε για τους όρους, τις εγγυήσεις και τις δεσμεύσεις. Θα ήξερε επίσης ότι το 1924 οι Αγγλοι «σύμμαχοι» ζήτησαν πίσω και με τόκο (4.000.000 λίρες) ό,τι είχαν δώσει (15.800.000 λίρες) στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Αν ήξερε την ιστορία της εποχής, θα γνώριζε για τους «επενδυτές» που κουβάλησαν μαζί τους οι «ευεργέτες», όπως π.χ. την Ούλεν. Θα γνώριζε για τις συμβάσεις για την οδοποιία, για τις προμήθειες της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων που λειτουργούσε σαν κράτος εν κράτει, για τα παιγνίδια με τη δραχμή, για τον Μποδοσάκη και τους τραπεζίτες της εποχής εκείνης. Θα γνώριζε πόσο πλήρωσε ο Ελληνας όλους αυτούς τους σωτήρες. Θα ήξερε, καλύτερα από τους άλλους οκτώ, που σε 15 μέρες ξέχασαν τις υπογραφές τους, ότι η «φιλευσπλαχνία» και η «αλληλεγγύη» των συμμάχων-εταίρων έφερε στην Ευρώπη τον φασισμό και τον ναζισμό.
Η ιστορία δείχνει ότι η σημερινή Γερμανία της κυρίας Μέρκελ βαδίζει στα ίδια μονοπάτια που βάδισαν οι προηγούμενοι ισχυροί, οι Αγγλοι και οι Γάλλοι. Μονοπάτια που οδηγούσαν στην εξαθλίωση, στον φασισμό και στον ναζισμό. Αυτή η εναλλαγή των ρόλων του «καλού», του «κακού» ούτε αθωώνει ούτε περιορίζει τις ευθύνες των Ευρωπαίων ηγετών που έχουν συμμετάσχει στα συμβούλια κορυφής από τότε που ξέσπασε η κρίση χρέους μέχρι σήμερα. Ολοι είναι εξίσου υπεύθυνοι με τη Μέρκελ για τον οικονομικό Αρμαγεδδώνα που έρχεται, γιατί αφήνοντας τη γερμανική «αλληλεγγύη» να κακοφορμίσει, έχουν συμβάλει στην κοινωνική έκρηξη που έρχεται και στους… Ορμπαν που ακολουθούν.
*Δημοσιογράφος, συγγραφέας