Του Κώστα Καναβούρη
Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι αρχετυπική περίπτωση παραλυσίας -νοητικής, ηθικής, αισθητικής- στην οποία μπορεί να οδηγήσει η ανεξέλεγκτη και ανέλεγκτη ισχύς
Είναι ακραία περίπτωση ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Για την ακρίβεια, είναι αρχετυπική περίπτωση παραλυσίας -νοητικής, ηθικής, αισθητικής- στην οποία μπορεί να οδηγήσει η ανεξέλεγκτη και ανέλεγκτη ισχύς. Πολύ περισσότερο όταν ο άμετρος πλούτος συμφύρεται, απείρως πολλαπλασιασμένος, με τον πολιτικό «πλούτο» ισχύος που διαθέτει εξ ορισμού ο επικεφαλής της παγκόσμιας υπερδύναμης. Αυτή την παραλυσία ο Ντ. Τραμπ την επιδεικνύει καθημερινά και με κάθε ευκαιρία.
Το ότι η παραλυσία του κοστίζει εκατόμβη από ανθρώπινες ζωές, όπως στην περίπτωση του κορωνοϊού με πάνω από 100.000 νεκρούς στις ΗΠΑ, περνά σε δεύτερη (αλλά πολύ δεύτερη) μοίρα. Έτσι κι αλλιώς, σ’ αυτή τη χώρα, η διαλεκτική «άρνηση της άρνησης» βγάζει τη γλώσσα της κοροϊδευτικά σε κάθε απόπειρα ρήξης του συμπαγούς ιδεολογικού της εποικοδομήματος. Το ίδιο συμβαίνει και αυτές τις «μέρες της φωτιάς».
Μια ολόκληρη χώρα, που δεν μπορεί να αναπνεύσει, γιατί την πνίγει η καταστολή, η ανέχεια και η τρομακτική ανισότητα, ξεσηκώθηκε. Μια ολόκληρη χώρα συμβολοποίησε ακαριαία τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ και βγήκε από την ασφυξία του αοράτου στους φλεγόμενους δρόμους των πόλεων. Μια ολόκληρη χώρα εν ριπή οφθαλμού μετέτρεψε τις τελευταίες του λέξεις, I can’ t breathe, σε γλωσσική αναπαράσταση καθολικού αιτήματος ζωής. Μια ολόκληρη χώρα πυρπολεί την οδύνη της και εξεγείρεται, θρηνεί και δηλώνει παρούσα, αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ εκεί: «Τυφλός τα τ’ ώτα τον τε νουν τα τ’ όμματ’ ει» (Σοφοκλής, «Οιδίπους Τύραννος», στίχος 371). Φωτογραφίζεται έξω από τον «ναό των Προέδρων» του Αγίου Ιωάννη, που «τραυματίστηκε» από τα επεισόδια των τελευταίων ημερών, με τη Βίβλο ανά χείρας. Νομίζω ότι αν ποτέ έφτιαχναν τον πίνακα της θηριωδίας, δηλαδή το αμάλγαμα φρίκης και ανοησίας, αυτή την εικόνα θα έπαιρναν ως υπόδειγμα: τον Τραμπ με τη Βίβλο να απευθύνεται ως άλλος Μωυσής στην WASP (white anglo-saxon protestant) Αμερική. Στους ενάρετους. Σ’ αυτούς «που αγαπάει ο Θεός γιατί αγαπούν τους εαυτούς τους»! Σ’ αυτούς που θεωρούν τη φτώχεια αμάρτημα και δείγμα κατωτερότητας εκείνων που δεν μπορούν να διαχειριστούν τους πειρασμούς του πλούτου.
Τους οποίους, βέβαια, μπορούν μια χαρά να διαχειριστούν όντα σαν τον Τραμπ. Που με μια απλή αναζήτηση στο Διαδίκτυο μπορείς να τον δεις παρέα με τον διαβόητο δισεκατομμυριούχο Τζέφρι Επστάιν, υποκείμενο άψογης διαχείρισης… των πειρασμών του πλούτου. Τον 66χρονο Επστάιν, που πριν λίγο καιρό αυτοκτόνησε(;) στο κελί του, όπου εγκλείσθηκε κατηγορούμενος για ολόκληρο κύκλωμα παιδεραστίας (φαίνεται, αυτός δεν πρόλαβε να «καθίσει πίσω»), για βιασμούς και trafficking ανηλίκων κοριτσιών. Με μια απλή αναζήτηση, επαναλαμβάνω, μπορεί κάποιος να δει και ν’ ακούσει ανατριχιάζοντας ένα παλιότερο στιγμιότυπο με τα «φιλαράκια τα καλά» και τον σημερινό Πρόεδρο με τη Βίβλο να δηλώνει χασκογελώντας αποχαυνωμένος: «Ξέρω τον Τζεφ εδώ και 15 χρόνια. Λένε ότι γουστάρει τις όμορφες γυναίκες όσο κι εγώ. Πολλές είναι κομματάκι νέες».
Τέτοια κι άλλα πολλά λέει ο ιεροκήρυκας της φρίκης. Ο ιεροκήρυκας που δεν έχει κανένα φραγμό να αιματοκυλήσει τον λαό της πατρίδας του προκειμένου να μην διασαλευτεί όχι η τάξη, αλλά η τάξη πραγμάτων που θεωρεί «φυσικό» τον αποκλεισμό από τη ζωή την ίδια των μαύρων και των άλλων μειονοτήτων που όλοι μαζί (και με τους λευκούς της ανέχειας και της ασφυκτικής ζωής) συνθέτουν την τεράστια πλειοψηφία του 99% που δεν μπορεί να αναπνεύσει, πεθαίνοντας πολλές φορές από αστυνομική ή άλλη ασφυξία.
«Φρικτό δεν είναι να πεθαίνεις, φρικτό είναι να μην ζεις» λέει ο Γιάννης Αγιάννης στους «Άθλιους» του Ουγκώ. Πλιάτσικο στο ψωμί έκανε κι εκείνος. Τον τεράστιο πληθυσμό εκείνων που δεν ζουν, αλλά πεθαίνουν καθημερινά, συκοφαντεί ο Τραμπ και το σύστημα εξουσίας για πλιάτσικο. Γι’ αυτούς κατεβάζει στους δρόμους στρατό και εθνοφρουρά με εφ’ όπλου κατασυκοφάντηση. Γι’ αυτούς βοά η συστημική προπαγάνδα και η διαχείριση της πληροφορίας. Όχι για τους ναζί που κατέβηκαν οπλισμένοι σαν αστακοί πριν λίγες μέρες, καταλαμβάνοντας ακόμα και Πολιτειακά Κοινοβούλια. Εκεί ούτε γάτα ούτε ζημιά. Δεν έγινε και τίποτα. Γιατί αυτή είναι η φοβερή Δημοκρατία που δεν νιώθει ότι κινδυνεύει από τους ναζί, αλλά από τους πεινασμένους. Είναι η Δημοκρατία που κρύβει το πρόσωπό της για να μην φανεί με ποιους μοιάζει. Και το κρύβει συκοφαντώντας εκείνους που διεκδικούν το δικό τους πρόσωπο.
Είναι η Δημοκρατία όπου η συκοφαντία αποτελεί ένα από τα πολλά ονόματα της καταστολής. Και μάλιστα της χειρότερης απ’ όλες: της καταστολής συνειδήσεων. Γιατί τις κοιμίζει βαθιά, πολύ βαθιά. Έως θανάτου. Ύστερα όλα γίνονται εύκολα, αφού οι νεκροί δεν έχουν ευθύνες. Άλλοι αναλαμβάνουν την ευθύνη διαχείρισης των πειρασμών του πλούτου. Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Και στα καθ’ ημάς ειωθότα, βεβαίως.