Του Άγγελου Τσέκερη
Όταν στο Ευρωκοινοβούλιο ανακαλύπτουν ξανά τον Ψυχρό Πόλεμο Κομμουνιστές ήταν αυτοί που σήκωσαν τις σημαίες του αντιφασιστικού αγώνα στις χώρες τους, όταν οι εθνικές αστικές τάξεις συμβιβάστηκαν, συνεργάστηκαν με τους κατακτητές ή την κοπάνησαν με τον χρυσό του κράτους για το εξωτερικό
Η εξίσωση του φασισμού με τον κομμουνισμό υπήρξε μια από τις θεμελιώδεις αρχές στην αντιδραστική ιδεολογία του Ψυχρού Πολέμου, η οποία κληροδοτήθηκε στον μετά το 1989 κόσμο. Η σημερινή Ευρώπη παίζει πολύ αυτό το παιχνίδι, στο οποίο συμμετέχουν πρόθυμα τα καθεστώτα των χωρών του πρώην Ανατολικού μπλοκ. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και το ψήφισμα που κατατέθηκε προχθές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η αλήθεια είναι ότι κάποιες χώρες της Βαλτικής είναι ακόμα πιο προωθημένες σε αυτό το ζήτημα. Αφορίζουν τον κομμουνισμό και στήνουν μνημεία για τους πεσόντες συνεργάτες των ναζί. Αλλά αυτά είναι ασήμαντες λεπτομέρειες.
Η πραγματικότητα είναι ότι ο ναζισμός έχει καταδικαστεί αμετάκλητα από την Ιστορία. Η εξομοίωσή του με τον κομμουνισμό, στοχεύει αποκλειστικά στο να θίξει τον κομμουνισμό. Πολλοί διανοούμενοι έχουν επισημάνει ότι τέτοιου είδους εξομοιώσεις είναι επικίνδυνες. Όταν συγκρίνουμε τον ναζισμό με οτιδήποτε άλλο, ουσιαστικά τον απαλλάσσουμε από ένα φορτίο καταδίκης για να το φορτώσουμε ισόποσα σε αυτό με το οποίο τον συγκρίνουμε. Αυτό το θυμούνται συνήθως όταν κάποιος λέει ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί το Ισραήλ είναι αντίστοιχες με τις μεθόδους που εφάρμοσαν οι ναζί εναντίον των Εβραίων. Και έχουν δίκιο. Τίποτα δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να συγκριθεί με τις μεθόδους που εφάρμοσαν οι ναζί εναντίον των Εβραίων. Αλλά όταν συγκρίνεται ο κομμουνισμός με τον ναζισμό, το θέμα αυτό παρακάμπτεται.
Το προχθεσινό ψήφισμα ζητάει να θεωρηθεί ως αρχή του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ, που υπογράφτηκε το 1939 και οδήγησε στον διαμελισμό της Πολωνίας. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη. Για να τεκμηριωθεί επαρκώς, βέβαια, χρειάζεται να σβηστεί από την ιστορία η Συμφωνία του Μονάχου, που υπογράφτηκε έναν χρόνο πριν, ανάμεσα στη χιτλερική Γερμανία και τη δημοκρατική Δύση, και οδήγησε στην κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας. Ασήμαντες λεπτομέρειες. Με καλή θέληση όλα γίνονται. Μιλάμε για ανθρώπους που σε μια κανονική συζήτηση θα βρουν πολλές ουσιώδεις διαφορές ανάμεσα στον ναζισμό του Χίτλερ και τον φασισμό του Μουσολίνι, που θα ισχυριστούν ότι είναι εξαιρετικά περίπλοκο να χαρακτηρίζεται ο στρατηγός Φράνκο «φασίστας» και βεβαίως ότι είναι αδικία απέναντι στο καθεστώς του Πινοσέτ η σύγκριση με τον φασισμό, γιατί έκανε σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις και οι Χιλιανοί κοινόντουσαν με ανοιχτά παράθυρα. Αλλά όταν στην εξίσωση με τον ναζισμό μπαίνει ο κομμουνισμός, δεν χρειάζεται να γινόμαστε τόσο σχολαστικοί.
Κάποιοι υποστήριξαν ότι το περιβόητο ψήφισμα δεν εξομοιώνει ιδεολογίες, αλλά δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα, αυτό της χιτλερικής Γερμανίας και αυτό της Σοβιετικής Ένωσης του Στάλιν. Πρόκειται για σοφιστεία. Θα τους ήταν εξαιρετικά δύσκολο να υποστηρίξουν ότι η ιστορική καταδίκη του χιτλερικού καθεστώτος εξαιρεί τους σημερινούς οπαδούς του ναζισμού. Πώς λοιπόν ισχυρίζονται ότι η εξομοίωση αυτή δεν αφορά και τους σημερινούς κομμουνιστές;
Επί της ουσίας, η εξομοίωση αυτή γίνεται για να εδραιωθεί η πεποίθηση ότι το καλύτερο σύστημα στον κόσμο είναι η Δημοκρατία. Αυτό θα μπορούσε να είναι μια βάση συζήτησης. Αλλά η παγίδα είναι εδώ: στο μυαλό τους η δημοκρατία είναι ταυτόσημη με τον καπιταλισμό και τις ελεύθερες αγορές. Καταδικάζοντας ακριβοδίκαια τον ναζισμό και τον κομμουνισμό, καλείσαι, θέλεις δε θέλεις, να ζητωκραυγάσεις υπέρ του καπιταλισμού. Και από εδώ προκύπτουν πάρα πολλές ενστάσεις.
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι στη Σοβιετική Ένωση του Στάλιν έγιναν εγκλήματα και αγριότητες. Η εξομοίωσή τους με τα εγκλήματα του ναζισμού αθωώνει αυτομάτως κάθε άλλο έγκλημα και κάθε άλλη αγριότητα που έχει γίνει στον κόσμο. Η γενοκτονία των 10 εκατομμυρίων ανθρώπων που διέπραξε το Βέλγιο στο Κογκό, για να εξασφαλίσει ο καπιταλισμός το καουτσούκ, δεν είναι έγκλημα κανενός. Τα δύο εκατομμύρια άμαχοι νεκροί στο Βιετνάμ είναι ατυχής στιγμή. Το ένα εκατομμύριο θύματα της γαλλικής αποικιοκρατίας στην Αλγερία, επίσης. Κάποιοι, για να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της εξομοίωσης του ναζισμού με τον κομμουνισμό, επικαλέστηκαν και τη σοβιετική εισβολή στην Ουγγαρία. Την Ινδονησία, όπου 500.000 άνθρωποι σφάχτηκαν, προκειμένου να επιτευχθεί ο αναπροσανατολισμός της στο στρατόπεδο της ελεύθερης Δύσης, ούτε που την έχουν ακουστά. Δεν τους χρειάζεται. Η εξομοίωση των εγκλημάτων της Δύσης με τα εγκλήματα του ναζισμού είναι απαράδεκτη. Τίποτα δεν μπορεί να εξομοιωθεί με τον ναζισμό. Εκτός από τον κομμουνισμό.
Είναι άχαρο να κάνουμε συμψηφισμούς νεκρών για να στηρίξουμε μια ιστορική συζήτηση. Ας πάμε στα βασικά: ο ναζισμός κήρυξε το φυλετικό μίσος, την επικράτηση ενός είδους ανθρώπων πάνω σε άλλα είδη ανθρώπων, τη βία και το αίμα ως κινητήριες δυνάμεις της Ιστορίας. Το χιτλερικό κράτος εφάρμοσε με απόλυτη συνέπεια αυτές τις ιδεολογικές αρχές. Ο κομμουνισμός κήρυξε την απελευθέρωση των ανθρώπων από την εκμετάλλευση, καθώς και από τις θρησκευτικές και εθνικιστικές προκαταλήψεις. Τα γκούλακ και η Νι Κα Βε Ντε δεν ήταν αρχές του κομμουνισμού. Κομμουνιστές ήταν αυτοί που πρώτοι τα αποκάλυψαν και τα καταδίκασαν. Και αυτό είναι μια διαφορά που οι κοινωνίες ξέρουν, αισθάνονται και καταλαβαίνουν. Ένα γήπεδο γεμάτο κομμουνιστές δεν είναι απειλή για την πόλη. Ένα γήπεδο γεμάτο φασίστες, είναι.
Αυτό που πρέπει να υπενθυμίζει κάποιος στη σύγχρονη Ευρώπη είναι το πόσα οφείλει στους κομμουνιστές. Κομμουνιστές ήταν αυτοί που σήκωσαν τις σημαίες του αντιφασιστικού αγώνα στις χώρες τους, όταν οι εθνικές αστικές τάξεις συμβιβάστηκαν, συνεργάστηκαν με τους κατακτητές ή την κοπάνησαν με τον χρυσό του κράτους για το εξωτερικό. Κομμουνιστές ήταν αυτοί που αγωνίστηκαν για την εδραίωση της δημοκρατίας και την αποτροπή δικτατοριών στη μεταπολεμική Ευρώπη. Κομμουνιστές ήταν αυτοί που πάλεψαν για την ειρήνη, την αποκλιμάκωση των εξοπλισμών και την απελευθέρωση των λαών του τρίτου κόσμου από την αποικιοκρατία. Κομμουνιστές ήταν αυτοί που μπήκαν μπροστά στους αγώνες για τα δικαιώματα της εργασίας, το κοινωνικό κράτος, το δικαίωμα όλων στη μόρφωση. Γι’ αυτό, χαλαρώστε. Και διαβάστε και λίγο Ιστορία.
Εφ. «Η Αυγή»
Δημοσίευση 28/9/2019