Του Θανάση Γιαλκέτση
Συμπληρώθηκαν φέτος 100 χρόνια από τη γέννηση του Ενρίκο Μπερλινγκουέρ (1922-1984). Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα ομιλίας που εκφώνησε ο Ιταλός κομμουνιστής ηγέτης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις 16 Ιανουαρίου 1980.
Αυτή η συζήτησή μας διεξάγεται σε μια σκοτεινή και επικίνδυνη φάση της παγκόσμιας ζωής, που θέτει σε μας, τους αντιπροσώπους των λαών των χωρών μας, το πρόβλημα της ικανότητάς μας ή μη να αναπτύξουμε μια πολιτική και μια θετική πρωτοβουλία της Ευρώπης σε αυτή την οξεία κρίση των διεθνών σχέσεων. Είναι γνωστή και εντελώς σαφής η θέση μας για τα γεγονότα στο Αφγανιστάν. Εμείς καταδικάσαμε αμέσως τη σοβιετική στρατιωτική επέμβαση απαιτώντας τον τερματισμό της. Εμπνεόμαστε πρωτίστως από μια θέση αρχής, που μας οδηγούσε πάντοτε να καταδικάζουμε κάθε παραβίαση του δικαιώματος των λαών στην εθνική τους ανεξαρτησία και στην ελεύθερη επιλογή της εξέλιξής τους.
Στη μεταπολεμική περίοδο και στα τελευταία χρόνια, αυτό το δικαίωμα καταπατήθηκε πολλές φορές από τις καπιταλιστικές χώρες και ιδιαίτερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και πάντοτε υψώσαμε τη φωνή μας για να αποδοκιμάσουμε και να καταδικάσουμε.
Εμπνεόμαστε από μια θέση αρχής, που μας οδηγούσε πάντοτε να καταδικάζουμε κάθε παραβίαση του δικαιώματος των λαών στην εθνική τους ανεξαρτησία
Το γεγονός ότι στο Αφγανιστάν η επέμβαση πραγματοποιήθηκε από μια σοσιαλιστική χώρα, καθοδηγούμενη από ένα κομμουνιστικό κόμμα, δεν μας κάνει να απομακρυνθούμε από αυτή τη συνεπή γραμμή μας και από τις αρχές μας. Η θέση μας ήταν τώρα πιο αποφασιστική, καθώς η σοβιετική επέμβαση τοποθετείται σε μια διεθνή κατάσταση φορτισμένη ήδη από εντάσεις (στον Περσικό Κόλπο, στη Μέση Ανατολή, στη νοτιοανατολική Ασία, σε διάφορες ζώνες της Αφρικής, στις ίδιες τις σχέσεις Δύσης-Ανατολής), προκαλώντας μια περαιτέρω επιδείνωσή της. Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μια σκοτεινή και απειλητική εικόνα. Το πρώτο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι όχι μόνον όλες οι διαπραγματεύσεις για τον αφοπλισμό έχουν παραλύσει, αλλά και ότι η ίδια η επικύρωση των συμφωνιών που είχαν ήδη επιτευχθεί, όπως η Salt 2, έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση και καταγράφεται αντίθετα ένα νέο ποσοτικό και ποιοτικό άλμα στην κούρσα των εξοπλισμών.
Εδώ έγκειται το σοβαρό λάθος της απόφασης που υιοθέτησε στις Βρυξέλλες το συμβούλιο του ΝΑΤΟ. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αν είχε επικρατήσει η γραμμή που προτάθηκε από μας, από άλλες πολιτικές δυνάμεις και από ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις: να αναβάλλουμε δηλαδή, τουλάχιστον για μιαν ορισμένη περίοδο, κάθε απόφαση για την παραγωγή και την εγκατάσταση νέων αμερικανικών πυραύλων, απαιτώντας ταυτόχρονα από τη Σοβιετική Ενωση να αναστείλει την κατασκευή και την ανάπτυξη των SS-20, αρχίζοντας αμέσως μια διαπραγμάτευση μεταξύ των δυο συνασπισμών για μιαν επαλήθευση των υπαρχουσών στρατιωτικών ισορροπιών και για μια προσπάθεια να καθοριστούν σε χαμηλότερο επίπεδο.
Αυτό όμως που μας ανησυχεί περισσότερο αυτή τη στιγμή είναι η επιδείνωση του παγκόσμιου πολιτικού κλίματος, η μείωση στο ελάχιστο της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και κυρίως η καθημερινή όξυνση της αντιπαράθεσης και της σκληρής διένεξης μεταξύ των δυο μεγαλύτερων δυνάμεων, με αυξανόμενους πειρασμούς για χρήση της στρατιωτικής ισχύος και με διάφορες άλλες μορφές οικονομικής και πολιτικής πίεσης.
Παρακολουθούμε μιαν εντατικοποιημένη στρατιωτικοποίηση της πολιτικής και της ίδιας της πολιτικής σκέψης. Ας αναρωτηθούμε λοιπόν: πού θα οδηγήσουν όλα αυτά; Η απάντησή μας είναι ότι η όξυνση της σύγκρουσης μεταξύ της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ μπορεί να οδηγήσει μόνο στο τέλος της ύφεσης. Το τέλος όμως της ύφεσης σε έναν κόσμο που έχει ήδη γίνει τόσο ασταθής από μιαν όλο και σοβαρότερη παγκόσμια οικονομική κρίση, από τόσες ανισορροπίες και από τόσες αιτίες κρίσεων και συγκρούσεων, δεν θα σήμαινε σήμερα μόνο μιαν επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά θα δημιουργούσε έναν επαπειλούμενο κίνδυνο γενικής ανάφλεξης.
Πράγματι, στον σημερινό κόσμο η ύφεση δεν έχει εναλλακτικές λύσεις. Για μας, η επιλογή που πρέπει να κάνουμε είναι σαφής: χρειάζεται να αντιστρέψουμε την τωρινή τάση, να διακόψουμε αμέσως τον φαύλο κύκλο των βίαιων ενεργειών που απαντούν σε άλλες βίαιες ενέργειες, των δράσεων και των αντιποίνων. Χρειάζεται να ξανανοίξουμε τον δρόμο του διαλόγου και της διαπραγμάτευσης. Υπάρχουν, και είναι μεγάλες, οι δυνάμεις που ήδη μιλούν και που μπορούν να δράσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Λέγοντας αυτό, σκεφτόμαστε κυρίως τη δράση πελώριων μαζών απλών ανθρώπων που θέλουν να ζουν ειρηνικά, αλλά σκεφτόμαστε και την πρωτοβουλία των αδέσμευτων χωρών και εκείνη άλλων πνευματικών εξουσιών, όπως η Καθολική Εκκλησία. Και πρώτα απ’ όλα σκεφτόμαστε τον αναντικατάστατο ρόλο που μπορεί και πρέπει να παίξει η δική μας Ευρώπη.
Σε στιγμές σαν αυτές δοκιμάζεται η ευρωπαϊστική μας δέσμευση, που δεν μπορεί να υποβαθμίζεται σε κενά λόγια, αλλά πρέπει να εκδηλώνεται με μιαν αποδεδειγμένη και πραγματική ικανότητα αυτόνομης πρωτοβουλίας. Προτάσσοντας αυτό το αίτημα, δεν προτείνουμε μιαν αποστασιοποίηση των χωρών μας από τη συμμαχία στην οποία ανήκουμε. Το πρόβλημα ωστόσο είναι το πώς τοποθετούμαστε και πώς ενεργούμε μέσα σε αυτή τη συμμαχία. Θέλουμε να τοποθετούμαστε αποδεχόμενοι παθητικά όλες τις προτάσεις και τις αποφάσεις των ΗΠΑ; Ή θέλουμε να τοποθετούμαστε στη συμμαχία υποστηρίζοντας το δικαίωμα-χρέος μας να αναπτύσσουμε και να συμβάλλουμε στο να κατισχύει μια κοινή ευρωπαϊκή θέση, που κατορθώνει να αντιστέκεται σε κάθε πίεση προς μια περαιτέρω επιδείνωση των διεθνών σχέσεων, προωθώντας αντίθετα μια δράση που αποβλέπει στην ύφεση και στη συνεργασία;
Αυτή είναι η θέση μας και είναι και η θέση άλλων δυνάμεων, όχι μόνο σοσιαλιστικού προσανατολισμού, οι οποίες αντιλαμβάνονται ότι η Ευρώπη πρέπει να παίξει θεμελιώδη ρόλο, για να εμποδίσει την αύξηση του χάσματος, που διευρύνεται επικίνδυνα, μεταξύ των δυο μεγαλύτερων δυνάμεων. Για μας, είναι πάντοτε σαφές ότι η παγκόσμια ειρήνη εξαρτάται αποφασιστικά από την πολιτική των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ και από τις αμοιβαίες τους σχέσεις. Αλλά είναι επίσης σαφές ότι η δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας, ακόμα και ανεξάρτητα από τις αντίστοιχες προθέσεις, δεν οδηγεί τον κόσμο στην ασφάλεια, στην ύφεση και σε μια κατάσταση συνύπαρξης και συνεργασίας. Για να αντιστρέψουμε αυτή την τάση και για να συμβάλλουμε στο να οδηγηθούν οι δυο μεγάλες δυνάμεις να παίξουν θετικά τον ρόλο που τους αναλογεί, είναι όχι μόνο χρήσιμη αλλά και αναγκαία μια ιδιαίτερη ευρωπαϊκή πολιτική· μια πολιτική μετριασμού των εντάσεων, σωφροσύνης και εποικοδομητικής πρωτοβουλίας. […]
ℹ️ Ο Χένρι Κίσινγκερ είχε πει για τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ: «Αυτός είναι ο πιο επικίνδυνος απ’ όλους, επειδή είναι δημοκράτης». Τη θέση αυτή συμμεριζόταν άλλωστε και η σοβιετική ηγεσία εκείνης της εποχής. Ενα αντιπροσωπευτικό δείγμα της θεωρητικής και πολιτικής συμβολής αυτής της εξαιρετικής προσωπικότητας μας προσφέρει το βιβλίο: Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, «Μια άλλη ιδέα για τον κόσμο» (Νήσος/Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς 2021)
Πηγή: Εφ.Συν