Η απάτη της «Συμφιλίωσης» και η νέα γραφή της Ιστορίας

Η ΑΠΑΤΗ ΤΗΣ «ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗΣ» ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Της Εβελίνας Χατζηδάκη

Η «συμφιλίωση» σα νέα πολιτική ορθότητα Ο λόγος για «συμφιλίωση» έδινε και έπαιρνε αυτές τις μέρες με τον θάνατο του Μητσοτάκη και με απόφαση για απονομή τιμητικής διάκρισης στο χουντικό στέλεχος από τον πρόεδρο της «Δημοκρατίας».

Πληθώρα τα συγχαρητήρια στο Μανόλη Γλέζο για την επίσκεψη που έκανε στον νεκρό ιδεολογικό του αντίπαλο και, όπως ειπώθηκε, η πράξη του αυτή ήταν δείγμα «πολιτικού πολιτισμού» (αυτός είναι ο άλλος όρος που κατά κόρον χρησιμοποιήθηκε αυτές τις μέρες). Και για τον χουντικό Μέρτζο δεν λείψαν οι ενστάσεις στις διαμαρτυρίες : «πέρασαν τόσα χρόνια από τότε, ακόμα θα χωριζόμαστε σε χουντικούς και αντιστασιακούς;»(παρόλο ότι γι αυτό θα πρέπει να ξεχαστούν κάτι ανατριχιαστικές ανακρίσεις, κάτι βασανιστήρια που δεν αντέχουμε ούτε να τα διαβάζουμε, κάτι φυλακίσεις και εξορίες διωγμοί και τρομοκρατία σε καθημερινή βάση, θα πρέπει να ξεχαστεί βέβαια και η Κύπρος). Το είδος αυτό των επιχειρημάτων το ξέρουν καλά στην Κύπρο όπου προωθείται πολύ μεθοδευμένα και συνειδητά τώρα που βρίσκονται σε εξέλιξη διαπαραγματεύσεις για να δοθεί λύση στο ζήτημα κι εκεί εμπλέκεται πολύ και μια άλλη λέξη: «μίσος». Γιατί να διαιωνίζεται το μίσος λένε και να μην καλλιεργούνται φιλειρηνικά συναισθήματα (παρόλο ότι για να γίνει αυτό εκεί θα πρέπει να ξεχαστούν όλα τα μαζικά εγκλήματα του στρατού της εισβολής και θα πρέπει να κλείσουν τα μάτια για να μην βλέπουν τα συρματοπλέγματα, το στρατό που είναι ακόμα στο νησί, την τουρκική σημαία τη χαραγμένη στον Πενταδάκτυλο, τις συνεχείς απειλές για νέα εισβολή). Μα και στην Κρήτη ακούμε για «συμφιλίωση» συνέχεια εδώ και μερικά χρόνια. Από τότε που ξέσπασε η υπόθεση με την τιμητική διάκριση που δόθηκε στον γερμανό καθηγητή Ρίχτερ, τον απολογητή της ναζιστικής εισβολής στην Κρήτη και εισηγητή στη συνέχεια στο υπουργείο του Σόυμπλε της άποψης ότι όχι μόνο δεν χρωστάει η Γερμανία τίποτα στην Ελλάδα από την περίοδο της Κατοχής αλλά η Ελλάδα είναι εκείνη που χρωστάει !!! Από τότε που έγινε πλατειά γνωστό ότι οι ναζί ξανάρχονταν για χρόνια οι ίδιοι και οι επίγονοί τους στη μαρτυρική περιοχή της Κανδάνου και κάναν ναζιστικές τελετουργίες στο γερμανικό μνημείο που άφησαν στα Φλώρια ενώ από την γερμανική κυβέρνηση έχει εκφραστεί η επιθυμία να ξαναστηθεί το μνημείο σύμβολο της γερμανικής επιβολής, το γνωστό πουλί του Γ΄Ράιχ. Και από τη στιγμή που τα διάφορα όργανα που στήθηκαν για το ξαναγράψιμο της ελληνικής ιστορίας «της κοινής μας ιστορίας» όπως είπε ο γερμανός πρέσβης στη Ελλάδα Πέτερ Σόοφ έχουν κάνει ήδη αισθητή την παρέμβασή τους στη διδασκαλία της ιστορίας της Κατοχής στα σχολεία με τρόπο που να απαλύνει και να ξεπλένει τη ναζιστική εισβολή. Πρόσφατα έγινε μάλιστα γνωστό ότι στα σχολεία της Κρήτης και στα πλαίσια ενός προγράμματος συγχρηματοδοτούμενου από Ε.Ε.και ελληνική κυβέρνηση με θέμα τη συντήρηση των μνημείων τα παιδιά καλούνται να επιλέξουν αν θα διατηρήσουν το γερμανικό πουλί, το κατ’ εξοχήν μνημείο-σύμβολο της ναζιστικής επιβολής αλλά στην πραγματικότητα το θέμα δίνεται έτσι που να παροτρύνει στη διατήρησή του. Για το οποίο μνημείο έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αναστήλωσή του σύλλογοι γερμανών βετεράνων αλεξιπτωτιστών και οι επίγονοί τους χωρίς να έχουν όπως φαίνεται αποθαρρυνθεί από τους δημάρχους της περιοχής. Ο Αντιπεριφερειάρχης μάλιστα Χανίων Απόστολος Βουλγαράκης ο οποίος συναντήθηκε στην Αθήνα με τον Ακόλουθο Άμυνας της ΟΔΓ Σμήναρχο ε.ε. Ulrich Pfeiffer του είπε «Όλοι είναι θύματα σε έναν πόλεμο” δείχνοντας να έχει απόλυτα ενστερνιστεί το πρόταγμα της συμφιλίωσης. Και ακόμα περισσότερο αυτό έχει συμβεί στο ΓΕΕΘΑ πριν λίγα χρόνια όπου ο τότε αρχηγός του Κωσταράκος πάραβρέθηκε σε τελετή στο γερμανικό νεκροταφείο στον Διόνυσο (με τους γερμανούς στρατιωτοικούς της Βέρμαχτ), κατέθεσε στεφάνι και απέδοσε τιμές. Από κοντά και ο πρόεδρος της «Δημοκρατίας» Κάρολος Παπούλιας ο οποίος στο ίδιο διάστημα απονέμει το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος στον γενικό Διευθυντή της Deutsche Welle κ.. Κ. Λίμπουργκ την ίδια μέρα που το εν λόγω Μ.Μ.Ε. (το οποίο είναι η φωνή της Γερμανίας και τίποτα δε δημοσιεύει τυχαία) αναρτά ένα χυδαίο και προσβλητικότατο άρθρο ενάντια στον ελληνικό λαό και αθωωτικό των γερμανικών ευθυνών για τον Β΄.Π.Π. Με την ίδια λογική στην Κύπρο ζητάνε να βγουν οι φωτογραφίες των Ισαάκ και Σολωμού από το σημείο όπου δολοφονήθηκαν για να μην προκαλούνται εθνικιστικά συναισθήματα. Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά ακόμα παραδείγματα για το πόσο καλά οι δικοί μας «υπεύθυνοι» έχουν εμπεδώσει το ευρωπαϊκό πρόταγμα της «συμφιλίωσης» «για την προώθηση της ειρήνης και την εξάλειψη του μίσους.»Είμαστε όλοι και όλες λοιπόν μια ωραία ατμόσφαιρα και έτοιμες (-οι) να δεχτούμε τα συγχαρητήρια των ευρωπαίων και υπερατλαντικών συμμάχων μας ότι επιτέλους δίνουμε δείγματα «ανώτερου πολιτικού πολιτισμού», κάτι που δεν μας χαρακτήριζε στο παρελθόν. Τέτοιους ύμνους δέχτηκε ο Μανόλης Γλέζος για τον πολιτικό πολιτισμό του λόγω της επίσκεψής του στο σπίτι του νεκρού αντιπάλου του, χρειάστηκε βέβαια γι αυτό να πέσει κάποια λήθη ή να δοθεί άφεση αμαρτιών για το γεγονός ότι ο Γλέζος είναι πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου για την διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων, διεκδικήσεις τις οποίες χαρακτήρισε ο γνωστός μας Ρίχτερ δείγμα κατώτερου πολιτικού πολιτισμού και ανάγκη η Γερμανία να κηδεμονεύει τις ελληνικές κυβερνήσεις για να πάρει την σκυτάλη απ’ αυτόν ο Σπύρος Μοσκόβου διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle σε άρθρο του στην ιστοσελίδα της DW στα Γερμανικά από τις 27.11.2014 «Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η χώρα ζει υπό την πίεση ενός προγράμματος σταθεροποίησης, το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το ΔΝΤ. Αλλά ακόμη και σε αυτές τις εξαιρετικές περιστάσεις, τα ελληνικά κόμματα δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε μια ελάχιστη συναίνεση για να σώσουν τη χώρα. Ακόμα και τώρα ετοιμάζονται πυρετωδώς μάλλον για μια νέα εκλογική αναμέτρηση, αντί να φροντίσουν για πολιτική σταθερότητα και συνέχεια. Ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα ανακοίνωσαν πως θα ζητήσουν από το Βερολίνο πολεμικές αποζημιώσεις, και αυτές θα τις υπολογίσουν ως ένα ασφαλή έσοδο στο επόμενο σχέδιο προϋπολογισμού. Αυτό μπορεί να ακούγεται σαν ένα ανατολίτικο ανέκδοτο από την περιφέρεια της ευρωζώνης, αλλά αποδεικνύει και πάλι πόσο καθυστερημένη είναι η πολιτική κουλτούρα στην Ελλάδα. Αν κάποιος θέλει να βοηθήσει τον ελληνικό λαό, είναι απαραίτητο να συνεχίσει να ελέγχει αυστηρά τις κυβερνήσεις του.” Η κατ’ επιταγή συμφιλίωση ‘έχει βέβαια και τα κέντρα που την εκπορεύουν έχει και τους ομολογημένους και ανομολόγητους στόχους της. Τα κέντρα συμβαίνει να είναι τα ίδια με αυτά που έχουν σα στόχο τους, αποκλειστικά ή ανάμεσα σε άλλα, το ξαναγράψιμο της ιστορίας ώστε να ξεπεράσει την εθνοκεντρική της διάσταση και να γίνει «ουδέτερη, αντικειμενική και ειρηνική». Τα κέντρα αυτά έχουν στρατολογήσει μιά πληθώρα από ειδικούς στη χειραγώγηση των μαζών και στον έλεγχο των συνειδήσεων μαζί με ειδικευμένους επιστήμονες για να περάσουν την προπαγάνδα τους σαν επιστημονική αλήθεια. Για να αναφέρω μερικά είναι η μητρική και οι θυγατρικές της Ανοιχτής Κοινωνίας του Σόρος, το ελληνικό παρακλάδι τους πού εδρεύει στη Θεσσαλονίκη το CDRSEE(Κέντρο για τη Συμφιλίωση και τη Δημοκρατία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη), το Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον, το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας και μια πληθώρα από γερμανικά ιδρύματα και θεσμούς που επεμβαίνουν για το ξαναγράψιμο της ελληνικής ιστορίας, Διασκέψεις ευρωπαϊκών οργάνων όπως η Διάσκεψη της Πράγας 2008 για την αναμόρφωση των σχολικών εγχειριδίων στην Ε.Ε. η οποία βάζει, εκτός από τη συμφιλίωση και την ειρήνη και άλλους πιο προχωρημένους στόχους : «η νέα γραφή τής ιστορίας θα πρέπει να αποσκοπεί στην καταπολέμηση του πολιτικού ριζοσπαστισμού και των ολοκληρωτικών ιδεολογιών…».Ένας παρόμοιος χαμός από Μ.Κ.Ο., Ινστιτούτα και Εταιρείες δουλεύουν από χρόνια στην Κύπρο με ορατά πια αποτελέσματα. Η συμφιλιωτική ιστορία δεν είναι παρά μια απάτη Πρώτα απ’όλα γιατί , με το πρόσχημα της συμφιλίωσης στην πραγματικότητα καλύπτουν όλους τους εισβολείς , κατακτητές και αποικιοκράτες των οποίων τα έργα και ημέρες απαλύνονται με τρόπο υβριστικό για τη μνήμη των λαών. Βγάζει μάτι σε όλες αυτές τις προσπάθειες η πιστή εφαρμογή τής από τα επάνω ντιρεκτίβας κατά την οποία στην αποτίμηση των ιστορικών γεγονότων δεν πρέπει να γίνεται ο παραμικρός διαχωρισμός ανάμεσα σε επιτιθέμενους και υπερασπιστές του τόπου τους, σε εισβολείς, σε κατακτητές και αποικιοκράτες και στους λαούς που ξεσηκώνονται για την ελευθερία τους. Όλοι αυτοί εξετάζονται με βάση κάποιους κανόνες που τώρα έχουν θεσπιστεί ως δίκαιο του πολέμου, αγνοώντας εντελώς και τις συνθήκες και την ψυχοσύνθεση άλλων εποχών και την οργή των υπόδουλων λαών με γελοία απαίτηση να θεωρούν ότι παρεκκλίνουν όσοι δεν τηρούσαν το σαβουάρ-βιβρ του πολέμου εντελώς ανεξάρτητα από το αν ήταν κατακτητές ή υπόδουλοι. Εξάλλου λέξεις όπως «επίθεση», «εισβολή» κ.λ.π. δεν πρέπει καν να εκστομίζονται, αυτό που γινόταν λένε ήταν «πόλεμος» έτσι γενικά και αόριστα. Αυτό επιβάλλει η ανάγκη της συμφιλίωσης, αυτό και η νέα πολιτική ορθότητα. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ποιοι μιλούν για συμφιλίωση ενώ αυτό που θέλουν είναι να σβήσουν από τη μνήμη των λαών τα εγκλήματα που έκαναν οι πρόγονοί τους (γιατί αυτοί συνεχίζουν να μιλούν στο όνομα μιάς πατρίδας που για τους άλλους θεωρούν κάτι το ξεπερασμένο και εθνικιστικό) και να γράψουν, παρουσιάζοντάς την σαν αντικειμενική και μη εθνοκεντρική, μια απόλυτα εθνοκεντρική ιστορία η οποία απλά θα έχει κέντρο μόνο τα ισχυρά έθνη, αυτά που έχουν τη δυνατότητα να παραγγείλουν τις νέες ιστορικές εκδοχές. Οι υπόλοιποι καλούνται να προσαρμοστούν σε μια κουλτούρα γλυκύτητας, λήθης, καθωσπρεπεισμού και συμμόρφωσης σε άνωθεν κανόνες η οποία απαιτείται μόνο για τα θύματα. Οι ισχυροί τίποτα δεν έχουν ξεχάσει αφού για καιρό ετοίμαζαν τη νέα εισβολή τους με άλλο τρόπο τώρα πιά. Αυτή η «συμφιλίωση» είναι απάτη και για έναν άλλο λόγο: γιατί δίνει την εντύπωση ότι υπάρχει παντού ένα κλίμα μίσους το οποίο αυτή έρχεται να αντικαταστήσει με την αγάπη και την πραότητα. Στην πραγματικότητα αυτή η στημένη και κατά παραγελία διαδικασία έρχεται να διακόψει τη συμφιλίωση που συνέβαινε και συμβαίνει με φυσικό τρόπο ανάμεσα σε έθνη και σε ανθρώπους με το πέρασμα του χρόνου, με την αλλαγή συμπεριφοράς των επιτιθέμενων, με τις νέες γενιές που δεν είχαν ζήσει τα γεγονότα, με την επαφή με τα κομμάτια εκείνα του άλλου έθνους που είχαν εναντιωθεί στη σύγκρουση. Για παράδειγμα, δεν θα ξεχάσω ποτέ τον ενθουσιασμό με τον οποίο είχε γίνει δεκτό- σεισμός τα χειροκροτήματα και οι ζητωκραυγές – στην επέτειο του Πολυτεχνείου το 82, το μπλοκ των Τούρκων και Κούρδων αντιστασιακών που είχαν καταφύγει στην Ελλάδα κυνηγημένοι από τη χούντα του Εβρέν οι οποίοι φώναζαν συνθήματα ενάντια στην εισβολή στην Κύπρο. Αυτός είναι ο δρόμος της πραγματικής συμφιλίωσης. Αντίθετα, η στημένη και κατά παραγγελία συμφιλίωση αυτή που θέλει να σβήσει τη μνήμη υποδουλώνοντας τον ψυχισμό των ανθρώπων, οδηγεί στο αντίθετο ακριβώς αποτέλεσμα. Οι μνήμες κάπου υπάρχουν, κάπου κρύφτηκαν πέστε το ασυνείδητο η όπως αλλοιώς θέλετε. Και από εκεί είναι σχεδόν αδύνατον να σβηστούν. Κι αν έχουν απωθηθεί προσωρινά θα ξυπνήσουν και πάλι πιο ζωντανές από ποτέ για να τα βάλουν μ’ αυτούς που θέλησαν να τις πνίξουν Και το κυριότερο, θα συνδεθούν με το παρόν και τότε μπορεί να γίνουν επικίνδυνες. Κι αυτό ακριβως είναι που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Κρήτη όπου ένα παραδοσιακά βάρβαρο παρελθόν έρχεται να συναντήσει τη νέου τύπου βαρβαρότητα του παρόντος και μάλιστα από τους ίδιους εισβολείς. Οι οποίοι σύντομα θα καταλάβουν ότι όποιος παίζει με τη μνήμη, σύντομα θα τη βρει μπροστά του.