Ριζοσπαστική Αριστερά ή Κεντροαριστερά

Του Κώστα Δουζίνα

Γυρίζοντας στο Λονδίνο βρέθηκα στη μέση μιας έντονης συζήτησης για το μέλλον του Εργατικού Kόμματος. Οι υποψήφιοι δεν φοβούνται να μιλήσουν για το όραμα, την ιδεολογία και τις πολιτικές τους, να συμμετάσχουν σε αντιπαραθέσεις και debates ανοίγοντας μια μεγάλη βεντάλια απόψεων που θα κριθούν από τα μέλη. Η ελληνική Αριστερά είναι τυχερή γιατί έχει αδιαμφισβήτητο ηγέτη.

Αλλά αυτό έχει οδηγήσει σε περιορισμό της συζήτησης για την αποτίμηση της διακυβέρνησης και την ιδεολογία του κόμματος που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, γίνεται κωδικοποιημένα με συνθηματικούς όρους (ριζοσπαστισμός, ταξική μεροληψία, κομματική δημοκρατία, μεσαία τάξη κ.λπ.). Μοιάζει σαν τα «Τετράδια της Φυλακής» χωρίς τη γνώση και φαντασία του Γκράμσι. Οι μυημένοι και οι τάσεις παίρνουν το μήνυμα. Οι πολλοί άλλοι, μέλη ή φίλοι, αισθάνονται χαμένοι στη μετάφραση.

Ο φίλος Αντώνης Λιάκος έγραψε πρόσφατα στην καλή αυτή εφημερίδα για τον ριζοσπαστισμό ότι όταν «παγιώνεται σε ιδεολογία, αυτοαναιρείται. Διαρκής ριζοσπαστισμός είναι σχήμα οξύμωρο… Επομένως το δίλημμα ριζοσπαστική Αριστερά ή Κεντροαριστερά είναι ψευδοπρόβλημα. Ενα κόμμα μπορεί να είναι ριζοσπαστικό και ταυτόχρονα μαζικό». Ας μιλήσουμε λοιπόν για τον «ριζοσπαστισμό».

Ο όρος προέρχεται ετυμολογικά από τη «ρίζα», το θεμέλιο μιας οντότητας, δράσης ή συλλογικότητας. Κάτι «ριζοσπαστικό» σπάει τις ρίζες, ξεριζώνει ένα σύστημα ή τρόπο σκέψης. Μια ριζοσπαστική πολιτική πηγαίνει στις ρίζες του status quo ante, υπόσχεται και προετοιμάζει την ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων και την επαναθεμελίωση της κοινωνικής οργάνωσης. Ο ριζοσπαστισμός δεν είναι επομένως ιδεολογία, αλλά προσδιορισμός, στάση μιας ιδεολογίας αριστερής ή δεξιάς.

Ο «ριζοσπαστισμός» έχει συνδεθεί επανειλημμένα με δεξιές ιδεολογίες – ας θυμηθούμε την Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση, πρόγονο της Νέας Δημοκρατίας. Πρόσφατα στην Ευρώπη ο όρος «radicalization» (ριζοσπαστικοποίηση) χαρακτηρίζει συνήθως την άκρα Δεξιά και τον τζιχαντισμό.

Υπάρχουν εκτεταμένα προγράμματα σε σχολεία και Πανεπιστήμια για την έγκαιρη πρόβλεψη και αποτροπή της «ριζοσπαστικοποίησης» των νέων. Την περασμένη εβδομάδα μάθαμε ότι η βρετανική αστυνομία συμπεριέλαβε στον κατάλογο των «ριζοσπαστικών» ιδεολογιών που αποτελούν αντικείμενο παρακολούθησης το Extinction Rebellion, μια μαθητική εκστρατεία που οργανώνει διαμαρτυρίες και happenings για να ενημερώσει τον κόσμο για την κλιματική κρίση.

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΔΕΞΙΑ

Στις δεκαετίες των ’70 και ’80, η κ. Θάτσερ συμμετείχε τακτικά στις συνεδριάσεις του Conservative Philosophy Group και στα σεμινάρια του Institute of Economic Affaιrs. Εκεί γνώρισε τις φιλελεύθερες θεωρίες του Χάγεκ, του Μίζες και του Φρίντμαν και αργότερα τις εφάρμοσε. Ενας εκ των οργανωτών περιγράφει: «Υπήρχε μια σχεδόν μπολσεβίκικη αίσθηση του επείγοντος… πιστεύαμε ότι, μάλλον από τύχη, είχαμε την ευκαιρία να επιφέρουμε μια σημαντική αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης και της κοινωνίας».

Ζήσαμε αυτή τη ριζοσπαστική αλλαγή στη Βρετανία: το ξερίζωμα του κοινωνικού κράτους, η επιβολή της λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων, η δημιουργία ενός νέου είδους ανθρώπου. Καθοδηγούμενος από τον φόβο, τον ατομισμό και την απληστία ο homo oeconomicus πρέπει να γίνει ένας μικροκαπιταλιστής του εαυτού του και της οικογένειάς του.

Αυτός ο «νοικοκύρης» είναι ο ιδεολογικός εκπρόσωπος της δικής μας φανταστικής «μεσαίας» τάξης, μιας αμφισβητούμενης επινόησης της αμερικανικής κοινωνιολογίας που θα έβγαζε την πλειονότητα από το «στίγμα» να είναι εργάτες και θα τους έκανε φιλόδοξους εραστές του αμερικανικού όνειρου.

Ο θατσερισμός ήταν η πιο πετυχημένη αγγλική εξαγωγή μετά τους Beatles και τον James Bond. Τον εισαγάγαμε διά της βίας με τα μνημόνια, τη σύγχρονη μορφή των κανονιοφόρων. Τώρα η κυβέρνηση Μητσοτάκη τον ανάγει στην επίσημη ιδεολογία του κράτους. Το υπόρρητο μήνυμα της «κανονικότητας», στην οποία μπήκαμε τον Ιούλιο, είναι ότι μέχρι τώρα ο ελληνικός καπιταλισμός δεν αναπτύχθηκε κανονικά, οργανικά, με προτεσταντικό στιλ, όπως στην άλλη Ευρώπη.

Η Ελλάδα παρουσιάζεται σαν μια καθυστερημένη χώρα, καθηλωμένη στο παρελθόν, με υπερτροφικό και αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα, άχρηστα και διεφθαρμένα Πανεπιστήμια και πληθυσμό χωρίς υγιή κίνητρα και θεμιτές φιλοδοξίες. Επομένως, ο στόχος είναι να έρθουν οι πολυπόθητες «μεταρρυθμίσεις», να μπει τέρμα στο παλιό καθεστώς, να απελευθερωθεί η επιχειρηματική δυναμική των Ελλήνων και να οδηγηθούν θέλοντας ή μη στον «σύγχρονο» κόσμο.

Οργανικό μέρος του δεξιού ριζοσπαστισμού είναι και το τέλος της «ηγεμονίας» της Αριστεράς και της Μεταπολίτευσης. Δηλώσεις όπως «η Αριστερά θα καταργήσει τα Χριστούγεννα και τις εικόνες», ο «πληθυσμός αλλοιώνεται από μουσουλμάνους πρόσφυγες» και η εκστρατεία κατά των αμβλώσεων, μεταξύ τόσων άλλων, αποτελούν κωμικοτραγική προσπάθεια να εισαχθούν και στην Ελλάδα οι «πόλεμοι των πολιτισμών», να μάθει επιτέλους η Δεξιά από τη Λεπέν και τον Σαλβίνι. Ευτυχώς οι πολίτες αντιστέκονται.

Λέγεται ότι η Σοβιετική Ενωση πήγε από τη φεουδαρχία στον σοσιαλισμό χωρίς να περάσει από τον καπιταλισμό ή ότι η Αμερική πήγε από τη βαρβαρότητα στο μεταμοντέρνο χωρίς να περάσει από τον πολιτισμό. Η Ελλάδα σήμερα περνάει, μας λένε πονηρά, από τον πρωτόγονο στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, παρακάμπτοντας λίγο-πολύ τη νεωτερική του φάση.

Αυτή η φανταστική ιστορική επιτάχυνση έχει προκαλέσει σύγχυση στους τίμιους εκσυγχρονιστές, που επικαλούνται έναν βεμπεριανό ορθολογικό καπιταλισμό, βασισμένο στις μεταρρυθμίσεις, τη φωτισμένη διοίκηση και το κράτος δικαίου. Αλλά ο κεντροαριστερός εκσυγχρονισμός ξεκίνησε και τελείωσε τη δεκαετία του 2010. Μετά την κρίση το ζητούμενο είναι η ριζοσπαστική επαναθεμελίωση της Ελλάδας. Απέναντι στον δεξιό και νεοφιλελεύθερο υπάρχει μόνο ο αριστερός ριζοσπαστισμός.

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σήμερα ο αριστερός ριζοσπαστισμός παίρνει τον δημοκρατικό δρόμο στον σοσιαλισμό. Ο σοσιαλισμός δεν χωρίζεται από τον καπιταλισμό με κάθετη ρήξη αλλά σταδιακά με μέτρα που «διαβρώνουν» την ταξική και ιδεολογική του εξουσία. Σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, μακροοικονομικοί περιορισμοί και αριστερός κεϊνσιανισμός αποτελούν όλα συστατικά της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Αυτό που τη χωρίζει από τη σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται στο είδος των μεταρρυθμίσεων. Οι σοσιαλδημοκράτες επιδίωκαν, όταν αποτελούσαν πραγματική δύναμη, τη συνεχή αύξηση του ΑΕΠ ανεξάρτητα από τους τρόπους που γίνεται αυτό ή από τα αποτελέσματα στο περιβάλλον για να πετυχαίνουν μια περιορισμένη αναδιανομή.

Η διεύρυνση μεγαλώνει τα καπιταλιστικά κέρδη, ικανοποιεί τους σπόνσορες των πολιτικών, αλλά επιτρέπει και βελτίωση των εργατικών μισθών και δικαιωμάτων. Η κλασική σοσιαλδημοκρατία αποδέχεται επομένως το αναπόδραστο του καπιταλισμού και στηρίζει τον προγραμματισμό της στη διαρκή κερδοφορία του κεφαλαίου. Οι προοδευτικές και φιλεργατικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν από κεντροαριστερές κυβερνήσεις ήταν ευάλωτες στη δομική ισχύ του κεφαλαίου και την ιδεολογική ηγεμονία της Δεξιάς.

Ο σοσιαλισμός αντίθετα είναι μέρος της ιστορικής διαδικασίας απελευθέρωσης από τις εξαρτήσεις και τα εμπόδια που επιβάλλει ο καπιταλισμός, η σταδιακή υπέρβασή του. Οι αριστερές μεταρρυθμίσεις μεταφέρουν συνεχώς πόρους και ισχύ από το κεφάλαιο και το κράτος στους εργαζομένους και τους πολίτες.

Με αυτή την έννοια είναι «ταξικά μεροληπτικές», παρ’ ότι πιο δόκιμο είναι λόγω της αμφισημίας της «μεροληψίας» να τις λέμε ταξικά «δίκαιες». Και δεν είναι μόνο οικονομικές: υποστηρίζονται από μαζικούς κοινωνικούς αγώνες και μετατρέπουν τη δημοκρατία από τρόπο επιλογής αντιπροσώπων σε μορφή ζωής.

Οι μεταρρυθμίσεις γίνονται σταθμοί σε ένα πρόγραμμα κοινωνικής ανασυγκρότησης όταν ενδυναμώνουν τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και ενισχύουν τη δυνατότητα κοινωνικών κινητοποιήσεων έξω από αυτούς. Μεταρρυθμίσεις από πάνω και αγώνες από κάτω χτίζουν σταδιακά τον σοσιαλισμό. Χρειαζόμαστε επομένως μια ισχυρή κοινωνία πολιτών -ταξικές πολιτικές και κινήματα, ταυτοτικές και δικαιωματικές εκστρατείες, τέλος λαϊκές συμμαχίες- χτισμένη στην υπαρξιακή διάκριση μεταξύ των πολλών εργαζομένων και των λίγων προνομιούχων.

Ο αριστερός ριζοσπαστισμός επομένως είναι πολιτική στάση απέναντι στην κυρίαρχη κοινωνική οργάνωση που συμπληρώνει τη σοσιαλιστική ιδεολογία. Οσο υπάρχει η ριζοσπαστική Δεξιά και όσο ο καπιταλισμός καταστρέφει ζωές, η ριζοσπαστική Αριστερά είναι απαραίτητη.

Eνα ριζοσπαστικό κόμμα μπορεί και πρέπει να είναι «μαζικό», παρ’ ότι ο πιο δόκιμος όρος είναι «μεγάλο λαϊκό», μια και στηρίζεται στην ευρύτατη ταξική, κινηματική και λαϊκή συμπόρευση. Πρέπει να δημιουργεί πολιτικά μέτωπα με κεντροαριστερές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις που αντιτίθενται στη δεξιά παλινόρθωση. Αλλά η διαφορά μεταξύ ριζοσπαστικής Αριστεράς και Κεντροαριστεράς είναι ιστορικά πραγματική και πολιτικά καίρια. Πρέπει να διαφυλαχτεί ως κόρη οφθαλμού.

* Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και πρόεδρος του Ιδρύματος «Νίκος Πουλαντζάς»