ΝΙΚΟΣ ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ: ΕΝΑΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΣ ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ
Ο Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα για τον Έλληνα μαρξιστή – Αποσπάσματα από το βιβλίο του που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Α/συνεχεια
Θεωρήσαμε χρήσιμη μια μικρή αναφορά στον Έλληνα διανοητή με αφορμή την επέτειο του θανάτού του (3 Οκτώβρη 1979).
Με την πεποίθηση ότι όποιος αναμετρηθεί με αυτό το πλούσιο έργο θα βγει σίγουρα κερδισμένος. Μπροστά στην ανάγκη να οικοδομηθεί μια θεωρία σε σύμφυση με τις ανάγκες της εποχής μας, ούτε αφ’ υψηλού απέναντι στο πολιτικό και τις διεργασίες του, ούτε βυθισμένη στις συγκυριακές και ενίοτε επιφανειακές του απαιτήσεις. Αλλά και με μια περισσότερο προσγειωμένη, σύγχρονη και γόνιμη αίσθηση. Του ότι αντί για εύκολες απαντήσεις στο «τι να κάνουμε» έχει μεγαλύτερη αξία η σκέψη για τους σύνθετους, απαιτητικούς και μπερδεμένους τρόπους μέσω των οποίων θα προσδιορίζονται και θα προχωρούν σήμερα κάποιες βασικές επιλύσεις.
Τον Ιανουάριο του 2015, πραγματοποιήθηκε στη Σορβόννη ένα διεθνές συνέδριο αφιερωμένο στο έργο του Νίκου Πουλαντζά («Ένας μαρξισμός για τον 21ο αιώνα»). Μεταξύ άλλων, ομιλητής ήταν και ο αντιπρόεδρος του Πολυεθνικού Κράτους της Βολιβίας, Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα. Ολόκληρη η ομιλία του Λινέρα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Α/συνεχεια σε βιβλίο με τον τίτλο Κράτος, δημοκρατία και σοσιαλισμός. Μια ανάγνωση με αφετηρία τον Πουλαντζά. Επιλέγουμε εδώ μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
«Το πνευματικό έργο του Νίκου Πουλαντζά χαρακτηρίζεται απ’ αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τραγικό παράδοξο. Υπήρξε ένας μαρξιστής που σκέφτηκε την εποχή του υπό την προοπτική της επανάστασης, σε μια στιγμή κατά την οποία οι επαναστατικές διαδικασίες ακυρώνονταν ή είχαν εκτραπεί στην ανώμαλη αποκατάσταση ενός κρατικοποιημένου καπιταλισμού. Χωρίς αμφιβολία, υπήρξε ένας λαμπρός και τολμηρός ανορθόδοξος μαρξιστής όσον αφορά στην συνεισφορά του στην πορεία προς το σοσιαλισμό, σε μια εποχή ακριβώς που το σοσιαλιστικό όραμα κατέρρεε ως σύμβολο και κινητήρια προοπτική των λαών.
* * *
Άρα, εάν η κυριαρχία δεν είναι η αφετηρία για να εξηγήσουμε τον κόσμο, αλλά μια διαδικασία που δημιουργείται καθημερινά, που πρέπει να επικαιροποιείται και να επαληθεύεται καθημερινά, αυτό σημαίνει ότι η κυριαρχία δεν είναι ένας μοιραίος ή αναπόφευκτος προορισμός. Ακριβώς στα κενά της κυριαρχίας, στις ρωγμές του Κράτους και στην καθημερινή αβεβαιότητα πραγμάτωσης ελλοχεύει και αναδύεται η δυνατότητα χειραφέτησης. Όπως αποδεικνύει η ιστορία των πραγματικών επαναστάσεων, εν μέσω της παθητικότητας, της εθιμικής ανεκτικότητας των στερημένων τάξεων, των ηθικών συνενοχών μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων, ξαφνικά προκύπτει κάτι, αναμοχλεύεται μια μνήμη οργάνωσης, διαλύονται οι ηθικές ανοχές προς τους κυβερνώντες, ο παλαιός συνηθισμένος λόγος δεν συσπειρώνει πλέον και οι νέες ιδεολογίες και ιδέες (παλαιότερα περιθωριακές) αρχίζουν να γοητεύουν και να συσπειρώνουν όλο και περισσότερους ανθρώπους. Η κυριαρχία διαρρηγνύεται από το εσωτερικό ακριβώς της διαδικασίας κυριαρχίας.
* * *
Η αναδίπλωση στην τοπική αυτονομία λησμονεί ότι οι δυναστευόμενες τάξεις δεν είναι αυτόνομες σε σχέση με το Κράτος: πληρώνουν φόρους, χρησιμοποιούν χρήμα, υπηρεσίες, πηγαίνουν στο σχολείο, χρησιμοποιούν τα δικαστήρια κ.λπ. Επιπλέον όμως, κηρύσσοντας τον αγώνα έξω από το Κράτος, αφήνουν σ’ αυτούς που το ελέγχουν το απόλυτο μονοπώλιο του Κράτους και των σχέσεων κυριαρχίας. Σαφώς πρόκειται για μια ελιτίστικη και, σε τελική ανάλυση, συντηρητική θέση, που μένει στο περιθώριο των λαϊκών κοινωνικών αγώνων, οι οποίοι αναπόφευκτα περνούν από το Κράτος και συνιστούν Κράτος.
* * *
Όταν ο Πουλαντζάς σημειώνει ότι ο δημοκρατικός δρόμος προς το σοσιαλισμό είναι μια «μακρά διαδικασία», αναφέρεται στο γεγονός ότι δεν πρόκειται για μια αστραπιαία κίνηση, για μια έφοδο στο Κράτος, μια εκλογική ή ένοπλη νίκη, πόσω μάλλον για ένα διάταγμα. Από την πλευρά της σχεσιακής λογικής, ο σοσιαλισμός συνίσταται στο ριζικό μετασχηματισμό του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ των πρώην δυναστευόμενων τάξεων, που πρέπει να υλοποιηθεί σε διάφορους θεσμικούς κόμβους του Κράτους, οι οποίοι συμπυκνώνουν αυτόν ακριβώς το συσχετισμό. Όμως, επίσης, θα προσθέταμε εμείς, σημαίνει, σ’ αυτή την ίδια λογική, συνεχείς μετασχηματισμούς στα οργανωτικά σχήματα των εργατικών τάξεων, στην ικανότητά τους για συνεργατικότητα και άμεση συμμετοχή και, κυρίως, σ’ αυτό που ορίζουμε ως την ιδεατή διάσταση του Κράτους, δηλαδή στις ιδέες-δύναμη της κοινωνίας, στο σύνολο των ηθικών και λογικών σχημάτων με τα οποία ο κόσμος οργανώνει την καθημερινότητά του.
Αυτός ήξερε να κοιτάζει πιο μακριά από την παροδική ήττα, που πλησίαζε, για να προτείνει τα κομβικά σημεία επανάκαμψης της σοσιαλιστικής σκέψης. Μόνο που γι’ αυτό χρειάστηκε να περάσουν πάνω από 30 χρόνια
Πράγματι, αυτή η ιδεατή διάσταση του Κράτους –που μερικές φορές παρακάμπτει ο Πουλαντζάς– ίσως είναι το πιο σημαντικό πράγμα που πρέπει να μετασχηματιστεί, δεδομένου ότι ακόμα και το πιο υλικό κομμάτι του Κράτους, οι μηχανισμοί καταστολής, είναι αποτελεσματικοί μόνο αν διατηρούν τη νομιμότητα του μονοπωλίου τους, δηλαδή αν υπάρχει μια κοινωνικά αποδεκτή πεποίθηση σχετικά με την καταλληλότητα και την πρακτική τους αναγκαιότητα.
Άρα, η ιδέα της διαδικασίας αναφέρεται σε μια ανάπτυξη πολλών μετασχηματισμών στους συσχετισμούς δυνάμεων, στο σύνολο των χώρων εντός της κρατικής δομής και επίσης εκτός αυτής, ακόμα κι αν τα αποτελέσματα μετατίθενται στο χρόνο. Αλλά δεν πρόκειται, βέβαια, για μια συσσώρευση σταδιακών αλλαγών στο εσωτερικό του Κράτους, όπως διακήρυττε ο παλιός ρεφορμισμός.
Ασφαλώς, το λαϊκό στοιχείο σχηματίζεται ως πολιτικό υποκείμενο στις εκλογές και στις πολιτικές ελευθερίες, αλλά επίσης είναι σαφές ότι το λαϊκό ξεπερνά το καθαρά αντιπροσωπευτικό. Η δημοκρατική διάχυση στην κοινωνία δημιουργεί ή κληρονομεί χώρους άμεσης συμμετοχής, κοινοτικής δημοκρατίας, συνδικαλιστικής εμπειρίας και τοπικών συλλογικών δομών, που αποτελούν επίσης τμήμα του δημοκρατικού πλουραλισμού της κοινωνίας. Αυτό το δημοκρατικό δίπολο, αφενός αντιπροσωπευτικό, αφετέρου συμμετοχικό-άμεσο-κοινοτικό, είναι το κλειδί για την κατανόηση της δημοκρατικής οδού προς το σοσιαλισμό.
Πράγματι, υπ’ αυτή την οπτική, ο σοσιαλισμός δεν συνδέεται με την κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής –που συμβάλλει στην αναδιανομή του πλούτου, αλλά δεν αποτελεί κάποιο είδος κοινωνικής ιδιοκτησίας ούτε την αρχή ενός νέου τρόπου παραγωγής– ή με ένα και μοναδικό κόμμα (που, στην περίπτωση του Λένιν, ήταν μια παροδική εξαιρετική περίπτωση προ του πολέμου και της εισβολής επτά παγκόσμιων δυνάμεων). Ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να είναι τίποτα λιγότερο από την απεριόριστη διεύρυνση των χώρων διαβούλευσης και δράσης της κοινωνίας στη διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων και, μακροπρόθεσμα, στην παραγωγή και διαχείριση του κοινωνικού πλούτου.
Στο εσωτερικό του τολμηρού συλλογισμού του Πουλαντζά, το ζήτημα των μορφών ιδιοκτησίας των οικονομικών πόρων στο σοσιαλισμό και της πολυπλοκότητας και δυσκολίας στην οικοδόμηση οργανωτικών εμπειριών για την εισαγωγή μορφών κοινωνικής ιδιοκτησίας, κοινωνικής παραγωγής πλούτου και κοινωνικής διαχείρισης της παραγωγής, που θα προχωρούν πέραν της κρατικής και της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, αποτελούν κεντρικό θέμα που μένει σε εκκρεμότητα στα γραπτά του.
Επιστρέφοντας στο τραγικό παράδοξο, που χαρακτηρίζει το χρόνο στον οποίο αναπτύσσεται το έργο του Πουλαντζά, ίσως εκεί να βρίσκεται η αξία της σκέψης του. Αυτός ήξερε να κοιτάζει πιο μακριά από την παροδική ήττα, που πλησίαζε, για να προτείνει τα κομβικά σημεία επανάκαμψης της σοσιαλιστικής σκέψης. Μόνο που γι’ αυτό χρειάστηκε να περάσουν πάνω από 30 χρόνια. Έτσι, λοιπόν, οι σημερινοί σοσιαλιστές και μαρξιστές έχουμε ακόμα πολλά να μάθουμε απ’ αυτόν το διανοητή, ώστε να αντιληφθούμε το παρόν και να μπορέσουμε να το μετασχηματίσουμε.»