Του Παναγιώτη Κολέλη
Υπάρχει καλός και κακός ιμπεριαλισμός; Καλή και κακή βόμβα; Επέμβαση που γίνεται δεκτή ή ανεκτή από τη διεθνή κοινότητα και επέμβαση που καταδικάζεται;
Με αφορμή τον πόλεμο που έχει εξαπολύσει η Ρωσία απέναντι στην Ουκρανία, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα κρεσέντο υποκρισίας και προπαγάνδας από τη Δύση και τις ΗΠΑ, οι οποίες, ούτε λίγο ούτε πολύ, προσπαθούν να παρουσιαστούν ως υπερασπιστές του διεθνούς δικαίου, της ειρήνης, της ασφάλειας, της ευημερίας και της δημοκρατίας.
Έχοντας πρωτοστατήσει στο αιματοκύλισμα και τον ξεριζωμό τόσων λαών (ενδεικτικά: Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Συρία, Ιράκ και Λιβύη), καθώς και σε μια σειρά από πραξικοπήματα εκλεγμένων κυβερνήσεων, οι μεγαλύτεροι μακελάρηδες του κόσμου πασχίζουν τώρα να εμφανιστούν ως «πρόβατα» που απειλούνται από τον «κακό λύκο», και συγκεκριμένα από την «κακιά» ρωσική αρκούδα.
Για να μην ξεχάσουμε κι αυτά που ξέραμε, και για να μην παρασυρθούμε από όλο αυτόν τον κυκεώνα παραπληροφόρησης και διαστρέβλωσης της πραγματικότητας με τον οποίο είμαστε αντιμέτωποι αυτές τις μέρες, θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε λίγο την αλήθεια.
Πρώτα απ’ όλα, για να μην υπάρξει παρανόηση, καταδικάζουμε, χωρίς αστερίσκους και ελαφρυντικά, την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε πως η ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση και τα δεινά που θα προκαλέσει το επόμενο διάστημα στους λαούς βαραίνει μόνο εκείνη.
Το ΝΑΤΟ και οι δυτικοί σύμμαχοί του είναι αθώες περιστερές; Δεν έχουν κάνει τίποτα για να πυροδοτήσουν την επιθετικότητά της; Δεν είναι εκείνοι που προσπαθούν σταθερά εδώ και χρόνια να την περικυκλώσουν αυξάνοντας τα οφέλη και την επιρροή τους στην ευρύτερη περιοχή γύρω απ’ αυτήν;
Πόσες νατοϊκές ασκήσεις έχουν πραγματοποιήσει τα τελευταία χρόνια στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας; Πόσες βάσεις έχουν τοποθετήσει και πόσα όπλα έχουν μεταφέρει σε χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, έχοντας αθετήσει όλες τις συμφωνίες που έγιναν μετά το 1990, όπου διαβεβαίωναν για το αντίθετο;
Για πόσο καιρό ακόμα η Ρωσία θα ανεχόταν ένα «εγκεφαλικά νεκρό ΝΑΤΟ», όπως το είχε χαρακτηρίσει ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, όχι μόνο να συνεχίζει να υπάρχει –χωρίς τυπικά να έχει λόγο μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ– αλλά και να επεκτείνεται διαρκώς προς την Ανατολή, δημιουργώντας σημαντικές σφαίρες επιρροής δίπλα της;
Όσοι, βέβαια, αναρωτιούνται αν μπορεί μια χώρα να επιλέξει ελεύθερα τους συμμάχους που θα έχει, κάτι που μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους, ας αναλογιστούν αν θα έλεγαν τα ίδια αν η Ρωσία έστηνε βάσεις σε χώρες της Λατινικής Αμερικής ή ακόμα και στη χώρα μας, την Ελλάδα.
Οι ιμπεριαλιστές είναι κτητικοί και αδηφάγοι. Όσο περισσότερο επεκτείνονται, καταστρέφοντας και καταληστεύοντας τις χώρες στις οποίες εισβάλλουν, τόσο πιο πολύ τους ανοίγει όρεξη. Οι ΗΠΑ, έχοντας συνηθίσει εδώ και χρόνια να έχουν τον ρόλο του παγκόσμιου ηγεμόνα, αλλά και να ποδοπατούν τη Ρωσία από το 1990 και μετά, πρωτάρισα όπως ήταν στα νεοφιλελεύθερα σαλόνια, πίστεψαν πως μπορούν να συνεχίσουν να καθορίζουν αποκλειστικά εκείνοι τις εξελίξεις, επιβάλλοντας και στην Ουκρανία το δικό τους status quo, χωρίς αντίδραση από την άλλη πλευρά. Γι’ αυτό και στήριξαν ακροδεξιές και νεοναζιστικές παραστρατιωτικές οργανώσεις, συμβάλλοντας στην ανατροπή της δημοκρατικά εκλεγμένης Ουκρανικής κυβέρνησης το 2014, με απώτερο στόχο τη μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο τους.
Οι ΗΠΑ ξεπέρασαν την κόκκινη γραμμή της Ρωσίας, όχι όμως κατά λάθος, όπως πολλοί πιστεύουν. Τράβηξαν το σκοινί εν γνώσει τους επιδιώκοντας αυτό ακριβώς: Να την εξαγριώσουν και να την κάνουν να περάσει στην αντεπίθεση. Μία αναμέτρηση μαζί της, έστω κι αν αυτή δεν συνέβαινε πρόσωπο με πρόσωπο στα πεδία των στρατιωτικών μαχών, αλλά σε εκείνα της εικόνας, των κυρώσεων, των απειλών και της προπαγάνδας, θα αποτελούσε το τέλειο άλλοθι για να συσπειρώσουν ξανά γύρω τους τις γυμνές αμυντικά χώρες της Ε.Ε, απομακρύνοντάς τες οριστικά από την «γλυκιά αγκάλη» και τα «δώρα» του Πούτιν –στα οποία περιλαμβάνεται και ο αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream-2– και πιέζοντάς τες να αυξήσουν τις δαπάνες τους για εξοπλισμούς. Η περίπτωση της Γερμανίας, με το εξοπλιστικό πρόγραμμα μαμούθ 100 δις ευρώ που ανακοίνωσε δια στόματος του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς, είναι χαρακτηριστική για το τι μέλλει γενέσθαι, ενώ αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο ποιοι θα είναι οι μεγαλύτεροι ωφελημένοι κι αυτού του πολέμου: οι ΗΠΑ και η πολεμική της βιομηχανία.
Οι ΗΠΑ έψαχναν μια νίκη, κυρίως στο ηθικό και επικοινωνιακό κομμάτι, για να αποκαταστήσουν την πολλαπλά τραυματισμένη εικόνα τους, ειδικά μετά τη διακυβέρνηση Τραμπ, να νομιμοποιηθούν εκ νέου στη συνείδηση του κόσμου ως το μόνο παγκόσμιο «τσοπανόσκυλο», να επανεφεύρουν το ρόλο του ΝΑΤΟ και να κόψουν την όρεξη της Ρωσίας και της Κίνας, που διεκδικούν με αξιώσεις την πρωτοκαθεδρία της.
Ωστόσο, όλη αυτή η προσπάθεια αναδιάταξης του παγκόσμιου γεωπολιτικού σκηνικού και αλλαγής της διεθνούς κατανομής στρατιωτικής και οικονομικής ισχύος δημιουργεί μια εκρηκτική κατάσταση, το λογαριασμό της οποίας θα πληρώσουν για μία ακόμη φορά οι λαοί.
Σήμερα είναι οι Ουκρανοί εκείνοι που πολεμούν, ξεσπιτώνονται, μπαίνουν σε τρένα, λεωφορεία, αυτοκίνητα και προσπαθούν να σωθούν, κρύβονται σε καταφύγια, στήνονται στις ουρές για να βγάλουν χρήματα, να αγοράσουν φαγητό και να μπορέσουν να επιβιώσουν. Χτες ήταν οι Σύριοι, οι Ιρακινοί, οι Αφγανοί, ο Γιουγκοσλάβοι, ενώ αύριο μπορεί να είμαστε εμείς στη θέση τους, ποιος ξέρει.
Ο ιμπεριαλισμός δεν χωρίζεται σε καλό και σε κακό. Ένας είναι και αδιαίρετος, απλώς έχει διαφορετικές μορφές, παίρνοντας κάθε φορά εκείνη που του δίνουν οι δυνάμεις που κινούν τα νήματα και τα συμφέροντα που υπηρετούν.
Δεν μας αρκούσε ο επεκτατισμός των ΗΠΑ, τώρα έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τον αναθεωρητισμό της Ρωσίας, ίσως αύριο και της Κίνας ή της Τουρκίας. Ο ασκός του Αιόλου έχει ανοίξει και η χώρα μας βρίσκεται σε τέτοιο στρατηγικό σημείο που, θέλοντας και μη, θα επηρεαστεί από τη δίνη των διεθνών εξελίξεων.
Για να καταφέρει να ανταπεξέλθει στις δοκιμασίες, καθίσταται επιτακτική ανάγκη να συνειδητοποιήσει, προτού να είναι αργά, τι παθαίνει μια χώρα όταν ικανοποιεί όλα τα χατίρια των υποτιθέμενων ισχυρών συμμάχων και φίλων της. Το παράδειγμα της Ουκρανίας απέδειξε ότι το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. το πολύ να φωτίσουν μερικά κτίρια στα χρώματα της χώρα μας, να αποκλείσουν την Τουρκία από την Eurovision και να εξαπολύσουν μερικές αόριστες και συγκεχυμένες απειλές που απέχουν παρασάγγας από το να προκαλέσουν φόβο στη γείτονα χώρα.
Ο μόνος που θα υπερασπιστεί την πατρίδα μας είναι ο λαός της. Για να το κάνει, όμως, πρέπει να στέκεται στα πόδια του. Να μην είναι τσακισμένος από τα μνημόνια, την ανεργία, την ακρίβεια, την έλλειψη σεβασμού με την οποία τον αντιμετωπίζουν διαχρονικά οι κυβερνήσεις. Προκειμένου να αλλάξει αυτό, ένας δρόμος υπάρχει, αυτός της σύγκρουσης με εκείνους που τον αντιμετωπίζουν ως κρέας στα κανόνια τους, εμπλέκοντάς τον στους ιμπεριαλιστικούς τους σχεδιασμούς –η αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία μόνο ως μυαλωμένη επιλογή δεν μπορεί να θεωρηθεί–, και της συγκρότησης του δικού του στρατοπέδου, με βάση τις ανάγκες και τα συμφέροντά του. Πηγή: ΕφΣυν