ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΚΑΙ ΒΙΑ
Όταν εργαζόμενοι απειλούν να αυτοκτονήσουν εάν δεν βρεθεί λύση για αυτούς, όταν άνεργοι κρατούν ομήρους με όπλο στο χέρι, όταν συνταξιούχοι μπουκάρουν σε εφορίες και πυροβολούν στον αέρα, τι άλλες ενδείξεις χρειαζόμαστε για να αναγνωρίσουμε την κοινωνική κατάρρευση;
Πώς μπορεί να νοιώθει ένας άνθρωπος που αποφασίζει να πάρει τον νόμο στα χέρια του; Είναι απελπισμένος; Σίγουρα. Οργισμένος, χωρίς καμία αμφιβολία. Έτοιμος για τα πάντα, μια βόμβα που μπορεί να εκραγεί ανά πάσα στιγμή. Το μόνο βέβαιο είναι ότι πολλοί βρίσκονται σε αυτή την ψυχολογική κατάσταση. Άνθρωποι που, έχοντας χάσει τα πάντα, οδηγούνται σε πράξεις που ποτέ δεν είχαν φανταστεί και οι ίδιοι ότι θα μπορούσαν να κάνουν. Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν θα ξαναμπεί κάποιος σε εφορία η δημόσιο οργανισμό, αλλά το πότε θα το κάνει.
Το δόγμα του σόκ, μια τακτική που ακολουθείται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, λειτουργεί θαυμάσια στην Ελλάδα. Πέρα και πάνω όμως από την τρομοκρατία των πολιτικών, των οικονομικών παραγόντων και των δημοσιογράφων, που έχουν καταφέρει μέχρι ώρας να φρενάρουν κάθε αντίσταση και να εκμαιεύσουν την υποταγή, η απραξία και η απελπισία μπορούν να αποδοθούν και σε άλλους παράγοντες.
Ο μέσος πολίτης, που επί χρόνια είχε μάθει να λειτουργεί με συγκεκριμένους τρόπους και να πιστεύει σε κάποια ιδεολογήματα που του πλασάρονταν ως δεδομένα, χάνει τώρα την γή κάτω από τα πόδια του. Με άλλα λόγια, όλα αυτά που είχαμε μεγαλώσει και γαλουχηθεί να πιστεύουμε, να μην κρίνουμε και να εμπιστευόμαστε την ζωή και το μέλλον μας, τώρα καταρρέουν. Το κράτος στρέφεται εναντίων του πολίτη, εκεί που αυτός ήξερε τις παροχές και την δημόσια πρόνοια, σε όσο άθλια κατάσταση και αν βρισκόταν αυτή. H αστυνομία που είχε μάθει ότι υπάρχει για να τον προστατεύει, του συμπεριφέρεται σαν εχθρό. Οι πολιτικοί του τώρα τον πουλάνε και τον κοροϊδεύουν μπροστά στα μούτρα του. Τα δεδομένα της καθημερινότητας του αλλάζουν ραγδαία, καθώς επανέρχονται μετά από αρκετά χρόνια συνθήκες, όπως είναι η τρομακτική φτώχεια και η αδυναμία να παρέχει κάποιος τροφή και στέγαση στην οικογένεια του. Όλα αυτά πάνω στα οποία είχαμε βασίσει την ζωή μας, την ύπαρξή μας, το μέλλον μας, εξαφανίζονται. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, αιωρούνται πλέον σε ένα ιδεολογικό κενό, μην ξέροντας τι να πιστέψουν, που να ακουμπήσουν για να συνεχίσουν την ζωή τους. Κυριολεκτικά δηλαδή, μέσα σε λίγο καιρό, αυτό που γνώριζαν ως πραγματικότητα, αλλάζει σε τέτοιο επίπεδο που χάνουν το στέρεο έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Ότι πίστεψαν ως αληθινό, μετατρέπεται σε ψέμα.
Τα τσιράκια βέβαια κουνούν με θλίψη το κεφάλι, φιλοσοφούν επάνω στην βία και την κοινωνία, παραθέτουν αποσπάσματα από παλαιότερα άρθρα τους, εκπλήσσονται και αγανακτούν για τις πράξεις . Πάνω από όλα φυσικά, καταδικάζουν την βία από όπου και αν προέρχεται και χύνουν δάκρυα για την δημοκρατία που κινδυνεύει από τέτοιες πρακτικές. Κάτω από τσιτάτα φιλοσόφων, διανοουμενισμούς και βαθυστόχαστες ατάκες ,προσπαθούν να θάψουν τα αίτια που οδηγούν έναν άνθρωπο σε τέτοιες πράξεις, προφανώς γιατί τα στήριζαν και τα στηρίζουν. Υποκρισία που δεν έχει όρια, οι ίδιοι άνθρωποι που σπρώχνουν έναν γέροντα να μπει σε δημόσια υπηρεσία με όπλο, στην συνέχεια του ζητούν τα ρέστα για αυτό που έκανε.
Το πραγματικό ζήτημα όμως δεν είναι το αν θα επαναληφθούν αυτά τα φαινόμενα. Αυτό είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο, και δεν αλλάζει όσους μπάτσους και αν προσλάβει το κράτος, όσες κάμερες και αν στηθούν και ότι και αν κάνουν οι διάφορες υπηρεσίες «ασφάλειας». Μια κοινωνία όμως που δεν έχει υπόβαθρο, στήριξη και αποκούμπι κάπου, έστω και σε ψυχολογικό επίπεδο, έστω και με τον τρόπο που το έκανε τώρα, θα προσπαθήσει να πιαστεί από κάπου. Άνθρωποι που είναι απελπισμένοι και σε απόγνωση, που δεν ξέρουν τι να κάνουν και πώς να απαντήσουν στην καθημερινότητα τους, ψάχνουν να βρουν κάπου να αποθέσουν τις ανάγκες τους και την οργή τους.
Η αριστερά, με το πρόβλημα σύνδεσης με την πραγματικότητα που την διακρίνει, θεωρεί ότι ντε και καλά, για κάποιους μαγικούς λόγους, η εξαθλίωση, η απελπισία και η κοινωνική κατάρρευση οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην (εκλογική, πάνω από όλα) ενίσχυση της, μόνο και μόνο επειδή στο δικό της φαντασιακό, εκφράζει «το συμφέρον του λαού». Παρόλα αυτά όμως, μια κοινωνία τρομοκρατημένη και σε καθεστώς συνεχόμενης ψυχολογικής βίας, δεν είναι παράλογο να στραφεί σε λύσεις που θα εκτονώσουν, ακόμα και αν δεν δίνουν πραγματικές λύσεις.
Ο λαϊκισμός, ο εθνικισμός, ο φασισμός, τρέφονται από τις κρίσεις. Αναπτύσσονται και γιγαντώνονται σε αυτές, ακριβώς γιατί στους ανθρώπους που έχουν χάσει την γη κάτω από τα πόδια τους, προσφέρουν όχι λύσεις, αλλά εκτονώσεις. Δεν απαιτούν επίπονες διαδικασίες όπως η σκέψη, η κριτική, η αμφισβήτηση. Πετάνε στις κοινωνίες αποδιοπομπαίους τράγους, πωρώνουν με έννοιες όπως το έθνος, ευαγγελίζονται μια ατσάλινη ενότητα, βάζουν πλαίσια ύπαρξης εξοντώνοντας όσους δεν περικλείονται σε αυτά. Η ελληνική κοινωνία δεν αποτελεί εξαίρεση: ίσα ίσα, ο κανόνας αρχίζει να επιβεβαιώνεται. Η άνοδος της Χρυσής Αυγής, η έξαρση των «πατριωτικών» κομμάτων, η μαζική κοινωνική βία (έστω και σε λεκτικό επίπεδο) όσων δεν «χωράνε», η στοχοποίηση πολιτικών και κοινωνικών χώρων, είναι σημάδια των ιδεολογικών μεταβολών που θα στηριχτούν από το επίσημο κράτος, καθώς δεν στρέφονται εναντίων του. Η ρητορική της βίας επιστρέφει, πατώντας πάνω στα συντρίμμια της ψευτιάς που ως τα τώρα ζούσαμε.